Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 12 Αυγούστου 2018

Κεφάλαιο 5

Συνέχεια



Μια νύχτα του Μάη! Χωρίς μυρωδιές από λουλούδια. 

Μια νύχτα με σταγόνες βροχής χαμένες στο σκοτάδι να μην ξέρουν προς τα πού πρέπει να πέσουν. Να έζησε άραγε ο Νεύτωνας μια τέτοια νύχτα; Να του έτυχε να αμφισβητήσει τη θεωρία του για δευτερόλεπτα;
Και όλοι αυτοί οι συγγραφείς που θαυμάζω και όλοι οι αμέτρητοι άλλοι που δεν έγιναν διάσημοι, να έζησαν άραγε μια τέτοια νύχτα; Σαν την αποψινή; Με μαγεμένες σταγόνες να πέφτουν αλλού αντί αλλού;

Μπήκα στη νύχτα αυτή από το παράθυρο και ρούφηξα τη δροσιά της.

 Γέμισαν τα πνευμόνια μου μοναξιά και ευχήθηκα να ήσουν δίπλα μου. Να με κράταγες με το δεξί χέρι από τον ώμο, όπως δεν με κράταγες. Εκείνο το μισαγκάλιασμα της προστασίας που κάνουν οι άντρες στις γυναίκες. Εγώ δεν ήμουν τέτοια γυναίκα. Έτσι νόμιζες ή έτσι σε βόλευε να πιστεύεις.
Τέτοια γυναίκα ήμουν. Τέτοια. Αλλά φοβόμουν να το δείξω και σήμερα το βράδυ λαχταρούσα να ήσουν εκεί . Δίπλα στο παράθυρο του διαδρόμου, που εσύ διάλεξες να ανοίξεις. Ένας τοίχος κλειστός ήταν. Εσύ όμως άνοιξες το παράθυρο. Το πιο όμορφο του σπιτιού. Εσύ ο πιο όμορφος του σπιτιού. Τόσες όμορφες εικόνες του γαλήνεψαν την ψυχή μου. Το μυαλό μου.
 Πρώτη και καλύτερη να σε βλέπω από ψηλά. Να κοιτάω κάτω και να σε νιώθω πάνω. Ψηλά. 

Το ακριβώς αντίθετο από τώρα.

 Με τις πράσινες φωτιές άλλοτε σκοτεινές άλλοτε να λάμπουν και πάντα να με κοιτούν. Κατάματα.

-Καλώς το κορίτσι.

Ούτε το «μου» δεν έβαζες και ξέρω καλά πόσο το ήθελες, εκεί. Μετά το κορίτσι. Και γω με τη λαχτάρα να προλάβω τη ζωή, να σε χαιρετάω και να μπαίνω μέσα. Να μπαίνει και η ψυχή στη θέση της. Γιατί εσύ ήσουν στη θέση σου. Εκεί. Εδώ. Εδώ που είναι η ψυχή. 

Αιώνες τώρα υποστηρίζουν ότι η ψυχή δεν είναι παρά παράγωγο του εγκεφάλου. Ναι.

Εσύ όμως ήσουν εκεί στο σκοτάδι αυτής της φωτεινής νύχτας. Σήμερα το βράδυ. Για μια στιγμή. Για μια στιγμή. Μετά γύρισε πάλι στην εικόνα της νυχτερινής πόλης με τα φώτα της, τις σταγόνες τις φορτωμένες με σκόνη από την έρημο και γω στο παράθυρο. Χωρίς εσένα. Ευτυχώς με τις εικόνες του. Δεν μου λείπεις.


Αν είναι να πω την ιστορία μου θ’ αρχίσω από τον Σεπτέμβριο. Όμως όχι. Ένας θάνατος ήταν. Ένας θάνατος μέσα στο σκοτάδι του κόσμου.

 Το αυτονόητο είναι ο θάνατος.



Θα αρχίσω από έναν μήνα πριν. Από τον Αύγουστο. Στην πραγματικότητα λίγες μέρες πριν, γιατί ήταν 23 Αυγούστου. Σχεδόν είκοσι χρόνια μετά από τον Σεπτέμβρη του θανάτου.

Το πρώτο πράγμα που είδα σε σένα ήταν το τυρκουάζ μακό να τονίζει το λυπημένο πράσινο των ματιών σου. 

Καιρό έψαχνα να ερωτευτώ, να λιγοστέψω τη μοναξιά. 

Αυτό που ζούσα ήταν ένα καλοκαίρι με πολύ δουλειά και μια αναμονή για κάτι να με σπρώξει έξω.
Είχαν φύγει όλοι από την πόλη. Ο καθένας στον τόπο του. Πήραν πτυχίο, σπουδές τέρμα. Έφυγα και γω να βρω δουλειά. Βρήκα και σε περίμενα. Ήσουν δεν ήσουν εσύ, εγώ σε βρήκα. Η εικόνα ήταν αυτή. Εσύ με το τυρκουάζ να βάζεις μουσική στο πικάπ, στο «Spitaki» και τη λύπη να παίρνει το βλέμμα σου μακριά.
Σου ζήτησα ένα τραμπουί και μου το σέρβιρες σε ποτήρι σωλήνα. Η απογοήτευσή μου πυροδότησε έναν διάλογο σχετικό με την αισθητική των ποτηριών.


Όχι, όχι θα αρχίσω από αλλού. Λίγο μετά από εκείνον τον θάνατο του Σεπτέμβρη του 1961. Εκεί γύρω στα 1962 1963 τότε που ήμουν επτά-οκτώ χρονών.

Είμαι στο κρεβάτι, στο ροζ δωμάτιο, στο «σπίτι με τα σκατά» όπως το βαφτίσαμε μετά. Μετά που μετακομίσαμε από αυτό. Μέχρι τότε ήταν το σπίτι μας. Είχε ποντίκια. Όλων των μεγεθών. Αλλά δεν ξέραμε και κανένα χωρίς. Υποψιαζόμασταν ότι η μοναδική πολυκατοικία της γειτονιάς δεν θα είχε και θαυμάζαμε.

Είμαι λοιπόν στο κρεβάτι, μάλλον μόνη. Από την κάτω μεριά. Στην πλευρά την από μέσα. Του ροζ τοίχου. Πολύ τον θαύμαζα τον ροζ τοίχο. Ήταν μεγάλη πολυτέλεια. Νιώθω μέσα στον ύπνο μου κάτι υγρό να κυλάει ανάμεσα στα πόδια μου. Κάτι υγρό και ζεστό. Ακολουθεί ένα συναίσθημα πανέμορφο, ζεστασιάς. Αν και ξέρω ότι δεν πρέπει να συμβαίνει αυτό που συμβαίνει, όμως δεν μπορώ να το σταματήσω. Εξάλλου είναι τόσο όμορφο! Με κάνει να μη νιώθω το κρύο. Του δωματίου και του μέσα μου. Δεν φοβάμαι τίποτα, πια. Σε μια στιγμή με ξυπνάει ένα τακ τακ κοντά στ’ αυτιά μου. Προσπαθώ να σταματήσω τα δόντια μου και σκεπάζομαι πιο καλά με το πάπλωμα, μα το κρύο έρχεται από μέσα.

Βλέπω φως από τις γρίλιες του παντζουριού. Ξημέρωσε!
Σηκώνομαι, βγάζω το βρεγμένο εσώρουχο, το στριμώχνω πίσω από το βαρέλι με το αλεύρι. Ντύνομαι και βγαίνω στο πάρκο για παιχνίδι.

Είμαι η πρώτη που βγαίνει. Πάντα.

Σχεδιάζω στο χώμα το κουτσό με το σκουριασμένο καρφί, που το φυλάω κάτω από μια πέτρα και περιμένω να έρθουν και οι άλλες. Να παίξουμε. Είμαι πολύ χαρούμενη που θα παίξουμε. Ξέρω από τώρα ότι θα κερδίσω και τη Σούλα τη χοντρή που μένει στην πολυκατοικία- αυτό κάνει τις νίκες μου πιο σημαντικές- και τη Βασούλα που κουτσαίνει λίγο και φυσικά τις άλλες που είναι μικρότερες.



Επτά μέρες ακριβώς μετά το τραμπουί και τις χημικές αντιδράσεις πυρηνικού αντιδραστήρα, ήρθε ο διορισμός μου στην Κρήτη.

Έφυγα, ελπίζοντας ότι το επόμενο καλοκαίρι για πρώτη φορά στη ζωή μου δεν θα χρειαζόταν να ψάχνω δουλειά σε όλα τα ξενοδοχεία της Χαλκιδικής και φυσικά κρατώντας σφιχτά την επιθυμία σου, «κράτησέ μου ένα δωμάτιο για σκοτεινό θάλαμο».

Βρέθηκα σε έναν άλλο κόσμο. Παράξενο αλλά και όμορφο.
Όχι μόνο προ κινητών αλλά και σταθερών, που είχαν ελάχιστα σπίτια.
Και περίμενα. Σε περίμενα.


Τετάρτη 8 Αυγούστου 2018

Blood Meridian



Ματωμένος Μεσημβρινός,
του Κόρμακ Μακάρθυ



Ο Κόρμακ ΜακΚάρθυ είναι αμερικανός μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, σεναριογράφος και είναι σήμερα 85 χρονών.

Το βιβλίο του Ματωμένος Μεσημβρινός, διαδραματίζεται στην «Άγρια Δύση», την περιοχή του δυτικού Τέξας και στα σύνορα με το Μεξικό, το 1850 τότε που όλη αυτή η έκταση ήταν ακυβέρνητη. Εκεί έμεναν από χιλιετίες πριν, πολλές και διαφορετικές φυλές ινδιάνων, από αιώνες πριν, Ισπανοί και στο παρόν του βιβλίου κατέφτασε ένα κύμα Αμερικανών, για μια καλύτερη ζωή. Αποτέλεσμα, πόλεμος ή μάλλον πόλεμοι.

Μέσα σε αυτό το σκηνικό χτίζει ο ΜακΚόρμακ την ιστορία του.

 Είναι ένα δεκατετράχρονο αγόρι με το όνομα Κιντ που από την πρώτη σελίδα μαθαίνουμε ότι μέσα του επωάζεται ήδη «μία προτίμηση για αλόγιστη βία».

Τον ακολουθούμε σε μια ατέλειωτη πορεία με το άλογό του μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον.

Δε διαβάζουμε πουθενά για το πώς αισθάνεται ή τι σκέφτεται. 

Τον χάνουμε στην έρημο και τον ξαναβρίσκουμε, παρακολουθούμε τις αστείρευτες σκηνές βίας κατά τις συγκρούσεις των παράνομων ομάδων στις οποίες γίνεται μέλος, με τους ινδιάνους και όχι μόνο. 

Για κάποιο λόγο ο συγγραφέας επιλέγει να περιγράφει την απίστευτη βία σε λίγες γραμμές-ευτυχώς- με τον πιο ωμό τρόπο δίπλα σε εκτενή, άχρωμα κομμάτια αφήγησης.

 Ωστόσο ο Κιντ μένει στη σκιά της αφήγησης, με τον προβολέα να φωτίζει άλλους χαρακτήρες, όπως τον πολύ χαρακτηριστικό τύπο του Δικαστή Χόλντεν, μέλος της ίδιας συμμορίας: τεράστιος γίγαντας, φαλακρός με απίστευτες ικανότητες και γνώσεις επί σχεδόν παντός θέματος ο οποίος είναι και βιαστής και δολοφόνος και ο οποίος ούτε λίγο ούτε πολύ φαίνεται να υποστηρίζει ότι ο πόλεμος είναι η τέλεια έκφραση της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου!

Μια εναλλακτική οπτική των γουέστερν του αμερικανικού κινηματογράφου, κατά την οποία οι Αμερικάνοι είναι αυτοί που επιδίδονται σε φρικαλεότητες απέναντι στους Ινδιάνους, ακόμα και στις φιλήσυχες φυλές αυτών.

Μια αφήγηση τόσο απλή και ταυτόχρονα συναρπαστική που σε καθηλώνει και ακολουθείς μέχρι το τέλος του βιβλίου  χωρίς καμία στιγμή πλήξης και ανίας.

Εδώ μπορείτε να βρείτε το κείμενο σε PDF στα αγγλικά,

 εναλλακτικά διαβάζετε τη μετάφραση του Κορτώ –είμαι σίγουρη πως θα είναι καταπληκτική αν κρίνω από άλλα έργα που έχει μεταφράσει ο και δικός μου αγαπημένος Αύγουστος.

Αυτό ήταν το 11ο βιβλίο της σειρας μαθημάτων του Πανεπιστημίου Yale με τίτλο Το Αμερικάνικο Μυθιστόρημα από το 1945, το οποίο μπορεί να παρακολουθήσει κάποιος δωρεάν στο διαδίκτυο.
Το επόμενο βιβλίο είναι The Human Stain του Philip Roth.


Cormac McCarthy is an American novelist, playwright, screenwriter and he is 85 years old today.

His book Blood Meridian, is set in the “Wild West”, in the area of western Texas at the borders with Mexico, in 1850 when all this district stayed ungoverned.

 Lots of different tribes of Indians lived there for millennia, the Spanish people lived there for centuries and a wave of Americans arrived at the present time of the book, seeking a better life. 

Result, war or rather wars.

McCormac builds his story in this setting.

It is about a 14-year-old boy named Kid about who we learn even from the first page of the book that “in him broods already a taste for mindless violence”.

We follow him in an endless ride on his horse in this environment.

We read nothing about his feelings or thoughts.

We lose him in the desert and find him again, we watch endless scenes of violence during the fights of the gangs he becomes a member of, against the Indians and not only them.

The writer, for a reason, chooses to describe bluntly the incredible violence in just few lines- thank god- beside extended, tasteless pieces of narration.

Nevertheless, the kid stays in the shadow with Judge Holden being in the spotlight. The Judge is a member of the same gang as the kid and is described as a huge man, a hairless giant, with inhuman strength, and intelligence. He is also a rapist and a murderer. He seems to assert as true that war is the ultimate expression of free will! A very interesting, mysterious character.

The book carries an alternative point of view of the American western films; according to which it is the Americans that exerted violence over the Indians, even over the pacifistic tribes.

You follow this simple but also compelling narration to the end of the book without feeling any boredom at all.
Here you can read the ebook in English. 


This was the 11th book of the course from Yale University with the title The American Novel since 1945, which is free to attend online and which I find very interesting.

The next book is The Human Stain by Philip Roth.