Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2018

Ηράκλειτος


Τάσος Φάλκος - Αρβανιτάκης

Για τον Ηράκλειτο σαν άνθρωπο, γνωρίζουμε ελάχιστα πράγματα.
 Ορισμένες  ιστορίες από διάφορους συγγραφείς της αρχαιότητας δίνουν κάποια, αθεμελίωτα όμως,  στοιχεία για τη ζωή του:
Γεννήθηκε στην Έφεσο καταγόμενος από βασιλική γενιά (;), σίγουρα είχε αριστοκρατική καταγωγή, με μια περιφρόνηση για τους πολλούς και με έντονη αντίθεση στην εξίσωση των ανθρώπων.
Ο Διογένης ο Λαέρτιος μεταφέρει από τον Στράβωνα τα εξής λόγια, που δεν ξέρουμε αν σίγουρα είναι του Ηράκλειτου ή παράφραση:
 «Κάθε ενήλικος Εφέσιος πρέπει να κρεμαστεί και να αφήσει την πόλη στα παιδιά. Και τούτο επειδή εξόρισαν τον Ερμόδωρο, τον καλύτερο ανάμεσά τους, λέγοντας ας μην υπερέχει κανείς μας, ή αν το κάνει να το κάνει αλλού και μεταξύ άλλων».

Ο Ηράκλειτος πρέπει να είναι στην ακμή του ως φιλόσοφος γύρω στο 500 π.Χ.

Δεν συμφωνούν όλοι οι ερευνητές ότι έγραψε βιβλίο.

Διασώθηκε μόνο μια τυχαία συλλογή από ρητά του γιατί πολλοί αρχαίοι συγγραφείς έγραψαν σχόλια για το έργο του.

Μεταξύ αυτών ο Πλάτων (ο οποίος και τον επανέφερε στο προσκήνιο), ο Αριστοτέλης, ο Κλήμης, ο Διογένης ο Λαέρτιος, ο Πλούταρχος, ο Ιππόλυτος, – Χριστιανός επίσκοπος Ρώμης τον 3ο αιώνα – ο οποίος στην προσπάθειά του να ανασκευάσει όλες τις αιρέσεις και προσπαθώντας να αποδείξει ότι αυτές αποτελούν στην ουσία αναβιώσεις ειδωλολατρικών συστημάτων σκέψης, παραθέτει τις σχετικές θέσεις του Ηράκλειτου για να ανασκευάσει μια συγκεκριμένη αίρεση, και άλλοι.

Ο Ηράκλειτος δεν ήταν μαθητής κανενός, δίδασκε το μήνυμά του, που θεωρούσε αιώνια αλήθεια-πράγμα που έδινε ένα ύφος προφητικό στο λόγο του- με εκφράσεις σκοτεινές, σύντομες ρήσεις δύσκολα κατανοητές, καμιά φορά με ποιητικές εικόνες που υπόκειντο σε πολλές ερμηνείες, όπως οι χρησμοί του μαντείου, μάλλον γιατί πίστευε, ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα να σκεφτούν από μόνοι τους, αν το προσπαθήσουν.

Στην αρχαιοελληνική σκέψη, ο υλικός και ο πνευματικός κόσμος ήταν ενωμένοι, χωρίς να δημιουργείται σύγχυση. 
Μεγάλο μέρος της σκοτεινότητας του Ηράκλειτου οφείλεται στο γεγονός ότι η σκέψη του τον έφερε σε ένα στάδιο όπου η ύλη και το πνεύμα ή το αφηρημένο και το συγκεκριμένο απαιτούν να τα σκεφτεί κανείς ξεχωριστά.

 Ο Λόγος, η θεία δύναμη που κυβερνά τον κόσμο είναι ταυτόχρονα μια φυσική υλική οντότητα – η φωτιά - και μια αφηρημένη έννοια – η αιώνια αλήθεια.

 Είναι όμως ακόμα πολύ επηρεασμένος από την προγενέστερη σκέψη για να προκαλέσει συνειδητά αυτόν τον διαχωρισμό.

Οι βασικές αρχές της ερμηνείας του κόσμου από τον Ηράκλειτο, περιέχονται σε 3 βασικές προτάσεις:

1. Η Αρμονία είναι πάντα προϊόν αντιθέτων, γι’ αυτό και το βασικό γεγονός στο φυσικό κόσμο είναι η σύγκρουση.

Οι Πυθαγόριοι υποστήριζαν ότι η Αρμονία δημιουργείται από τα αντίθετα τα οποία συγκρούονται και μετά τη σύγκρουση, όταν αυτή παύσει, παύουν και αυτά να είναι αντίθετα, αλλά εναλλάσσονται.

Ο Ηράκλειτος πίστευε ότι και πριν και μετά τη σύγκρουση των αντιθέτων, αυτά εξακολουθούν να υφίστανται ως αντίθετα.

 Ότι η Αρμονία αποτελείται από αυτά τα αντίθετα και ότι αν έπαυε αυτός ο αγώνας ανάμεσά τους θα σήμαινε τη διάλυση του Σύμπαντος.

 Η ειρήνη και ο πόλεμος δεν διαδέχονται ο ένας την άλλη με τη σειρά, αλλά πάντα στον κόσμο υπάρχει και ειρήνη και πόλεμος. 

Αυτή τη θέση του Ηράκλειτου την αντιλήφτηκε πρώτη φορά ο Πλάτωνας, πολλά χρόνια αργότερα. 

Είναι η θεωρία της αρμονίας των αντιθέτων. 

Για να την εκφράσει, ο Ηράκλειτος χρησιμοποιεί συμβολική γλώσσα, όπως ο Ιησούς: σκεφτείτε ένα δρόμο που είναι ο ίδιος δρόμος που σας φέρνει από το βορρά στο νότο ή από το νότο προς το βορρά, το θαλασσινό νερό, που αποτελεί στοιχείο ζωής για τα ψάρια, θάνατο για τους ανθρώπους, ένα χειρουργό που προκαλεί οξύ πόνο για να θεραπεύσει πόνο.
 Όλα είναι καλά και κακά ταυτόχρονα και η πάλη των αντιθέτων διατηρεί τον κόσμο όπως τον ξέρουμε.

2.    Τα πάντα βρίσκονται σε συνεχή κίνηση και αλλαγή

Ο κυκεώνας ήταν ένα ποτό ή ρόφημα στην αρχαία Ελλάδα, από την εποχή του Ομήρου και μετά. Γινόταν με ένα κύπελο κρασί μέσα στο οποίο ανακάτευαν κριθάρι και τριμμένο τυρί. Αυτά βέβαια δεν διαλύονταν, οπότε το μίγμα έπρεπε να ανακατεύεται μέχρι να το πιουν.

Για να δείξει ο Ηράκλειτος ότι τα πάντα βρίσκονται σε συνεχή κίνηση και αλλαγή, είπε: «Ακόμα και ο κυκεώνας διαλύεται όταν δεν κινείται.» 

Δεν μπορείς να μπεις δύο φορές στο ίδιο ποτάμι, λέει ο Ηράκλειτος με τον ποιητικό του λόγο και ο Πλάτων εξηγεί, ότι ο Ηράκλειτος εννοούσε ότι «τα πάντα κινούνται και τίποτα δεν μένει ακίνητο».

Ο Αριστοτέλης λέει ότι ο Πλάτων εξαιτίας αυτών των ιδεών του Ηράκλειτου οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι η γνώση του αισθητού κόσμου ήταν αδύνατη και επειδή δεν μπορούσε να δεχτεί ότι η γνώση ήταν αδύνατη, έφτιαξε ένα μόνιμο και απόλυτο κόσμο έξω από τη φυσική πραγματικότητα, εφηύρε τη θεωρία των Ιδεών.

3.  Ο κόσμος είναι μια ζώσα και αιώνια φωτιά.

Απόσπασμα 30, Κλήμης, Στρωματείς [Πλούταρχος, Περί…ψυχογονίας]:
«κόσμον τόνδε, τον αυτόν απάντων, ούτε τις θεών ούτε ανθρώπων εποίησεν, αλλ’ ην αεί και έστιν και έσται πυρ αείζωον, απτόμενον μέτρα και αποσβεννύμενον μέτρα».

« Τον κόσμο αυτόν, που είναι ίδιος για όλα τα όντα, δεν τον έπλασε κανένας θεός και κανένας άνθρωπος, αλλά ήταν πάντα, είναι και θα είναι αείζωο πυρ, που ανάβει σύμφωνα με ορισμένο μέτρο και όμοια σβήνει».

Η φωτιά στη γενική της έννοια δεν είναι αυτό που ο Ηράκλειτος εννοεί με τη λέξη.

 Γιατί η φωτιά ως πρωταρχικό στοιχείο του κόσμου; 

Όπως είπε και ο Αριστοτέλης στο Περί Ψυχής, πρώτον η φωτιά είναι το πιο λεπτό στοιχείο που πλησιάζει προς το άυλο, βρίσκεται η ίδια σε κίνηση και μεταδίδει κίνηση σε άλλα πράγματα. 

Δεύτερον, όπως ήξερε ο Αριστοτέλης, η φωτιά είναι το ίδιο με την ψυχή, το όχημα της ζωής. 

Το ότι η ψυχή ταυτίζεται με τη φωτιά είναι μια δημοφιλής αρχαιοελληνική πεποίθηση.

Ο υλισμός του Ηράκλειτου φαίνεται στη θεωρία της αδιάκοπης ροής, διότι πράγματι το υλικό των πραγμάτων αλλάζει πάντα και ό,τι παραμένει είναι η μορφή.


«Οι σκέψεις στο μυαλό του Ηράκλειτου ήταν μπροστά από την εποχή του και τη γλώσσα του», γράφει ο μελετητής του W.K.C Guthrie


Σύμφωνα με την εκτίμηση του ίδιου του Ηράκλειτου για τον εαυτό του, ήταν προφήτης, γνώστης του θείου νόμου που η πλειοψηφία των ανθρώπων δεν ήταν ικανή να συλλάβει και μπορούσε να τους τον δείξει μόνο με μεταφορές και παραδοξολογίες, όπως ο θεός στο Μαντείο.

Αυτό που θεωρούμε σταθερότητα και ηρεμία στον κόσμο είναι στην πραγματικότητα μια ακατάπαυστη πάλη αντίπαλων δυνάμεων, που έτυχε να φτάσουν σε μια ισορροπία έντασης.

Η  πάλη είναι ο απαραίτητος όρος της ύπαρξης και της αλλαγής. Τα πάντα κινούνται συνεχώς και αλλάζουν.

Οι ψυχές μας είναι πύρινες. Όταν πεθαίνουμε αυτές ενώνονται πάλι με τον αιώνιο Λόγο-πυρ που περιβάλλει τον κόσμο.


Στο μεσαιωνικό λεξικό Σούδα (ή Σουίδα) στο λήμμα για τον Ηράκλειτο αναφέρεται η εξής ιστορία για το τέλος του: αρρώστησε από υδρωπικία και δεν δέχτηκε να τον θεραπεύσουν οι γιατροί με τον τρόπο που ήξεραν, αλλά αλείφτηκε μόνος του με κοπριά και την άφησε να στεγνώσει στον ήλιο. Ξαπλωμένος όπως ήταν, πήγαν τα σκυλιά και τον κομμάτιασαν. Άλλοι λένε ότι χώθηκε μέσα στη άμμο και πέθανε.

Σάββατο 13 Ιανουαρίου 2018

Κεφάλαιο 3




Τη δεκαετία του ’60 έκανε πολύ κρύο στη Θεσσαλονίκη.

 Εγώ πάντως κρύωνα πολύ. 

Η μαμά έλεγε ότι κρύωνα επειδή ήμουν «πετσί και κόκκαλο». Αυτή η κουβέντα στοίχειωνε την παιδική μου ηλικία.

Όταν νύχτωνε και ειδικά όταν φύσαγε ο βαρδάρης τα δαχτυλάκια μου πάγωναν και έτσουζαν.
 Και η μύτη μου. 
Τότε τυλιγόμουν στην κουβέρτα τη γκρι που σε άλλους καιρούς καθόμασταν επάνω της, πάνω στην ψηλή καρέκλα.

 Στο περίπτερο έκανε πολύ κρύο.

 Τότε έκλεινα και το μπροστινό τζάμι μέχρι τη μέση, γιατί μετά ήταν οι τσίχλες ΙΟΝ φυλλαράκια και δεν έκλεινε παραπάνω. Και προσπαθούσα να ζεστάνω τα χέρια μου με την ανάσα των 30 κιλών μου.

 Δεν στενοχωριόμουν καθόλου για όλα αυτά τα παγωμένα, μάλιστα ένοιωθα ασφαλής μέσα στις λαμαρίνες του περιπτέρου, καθώς έφερνα στο νου, το αγαπημένο μου κοριτσάκι με τα σπίρτα από το παραμύθι, που δεν είχε σπίτι, ούτε μαμά και η γιαγιά της είχε μόλις πεθάνει.

Εγώ είχα απ’ όλα.

Τις φορές που κρύωνα ανέβαινα πάνω στην ψηλή καρέκλα, καθόμουν «κούτσουλα» και τυλιγόμουν με την γκρι κουβέρτα, που μύριζε.

 Ήταν από τις ελάχιστες φορές που δεν διάβαζα στο περίπτερο, μόνο κοίταζα πέρα από το τζάμι προς την Κολόμβου, λαχταρώντας να δω την όμορφη μορφή της μάνας, που μόλις την έβλεπα ζεσταινόμουν. 
Στ’ αλήθεια.

Καμιά φορά ερχόταν εκείνος ο ψηλός, τυλιγμένος με το παλτό του, καθόταν στην είσοδο του 21, με τα χέρια στις τσέπες και με κοιτούσε. Και γω φοβόμουν λίγο αλλά και χαιρόμουν γιατί είχα παρέα μέσα στο κρύο σούρουπο. Με το ένα του χέρι πάντα να τρέμει μέσα στην τσέπη του και γω να του χαμογελώ. «Κρυώνει κι αυτός», σκεφτόμουν. Ο καημένος. Όταν έφευγε δεν έτρεμε το χέρι του  πια.
Είχε ζεσταθεί. 
Στην είσοδο του ’21.
Στο Βαρδάρη. 
Τη δεκαετία του '60.

Μια φορά που η γιαγιά η Έφο ήρθε από το χωριό να μας δει, είπε στη μαμά ότι θα μου φτιάξει ένα κουβαδάκι με κάρβουνα να το παίρνω στο περίπτερο για  να μην κρυώνω.
Το κουβαδάκι το βρήκα εγώ.
Σ’ ένα μαγαζί κάποιοι μοίραζαν κουβαδάκια με «βούτυρο».

 Κάποιοι που τους έλεγαν «οι Αμερικάνοι». 

Τους αγαπούσα πολύ αν και μάλλον δεν έμεναν εκεί κοντά, καταλάβαινα. 

Η  γιαγιά μ’ έστελνε να παίρνω ό,τι δίνανε πότε-πότε γιατί η ίδια δεν πήγαινε «σ’ αυτούς».

 Όταν τέλειωνε το περιεχόμενό τους, η γιαγιά φύτευε στα κουτιά βασιλικό που έφερνε από το χωριό.

 Εκείνη τη φορά το έπλυνε, όπως στο χωριό τις κατσαρόλες: Έβαζε μέσα λίγο νερό και λίγο χώμα, τις έτριβε καλά-καλά με τα χέρια της και μετά τις ξέπλενε.

Μετά με ένα καρφί – που μ’ έβαλε να το ψάχνω σε όλη τη γειτονιά, ώσπου τελικά βρήκα, η τυχερή, ένα στραβό και σκουριασμένο κοντά στην παράγκα της κυρά-Δέσποινας - άνοιξε δυο τρύπες και πέρασε ένα σκουριασμένο σύρμα που είχε φυλαγμένο. Και εγένετο χερούλι.

Έτοιμο το κουβαδάκι.

Ήταν τέλειο.

Είχαμε μεγάλη χαρά και οι δύο.
 Εγώ είχα και περιέργεια να δω τι ήθελε τελικά η γιαγιά να κάνει.
 Έβαλε μέσα στάχτη και από πάνω κάρβουνα από τη σόμπα. Το σκέπασε με μια πέτρα πλακουτσωτή και μου λέει «Παρ' το και πήγαινε. Τώρα δεν θα κρυώνεις».

 Πράγματι, δεν κρύωνα πια τόσο πολύ.

Μια χαρά.

 Μόνο που κάθε φορά που σκάλιζε τη σόμπα η γιαγιά έλεγε, «Τι ωραία κάρβουνα! Αχ να τα είχε τώρα η Ελένη στο περίπτερο!». 

Η μαμά. 

Πενήντα χρόνια αργότερα, η ιστορία με το κουβαδάκι και τον παιδεραστή δεν μοιάζει καθόλου λυπητερή, συγκριτικά με όσα συμβαίνουν στον κόσμο σήμερα.


Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2018

Παυσανίας


Εξώφυλλο: Κεφαλή Αδριανού, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών


Ο περιηγητής Παυσανίας είναι ένας από τους συγγραφείς της ύστερης αρχαιότητας που κέρδισε τη θέση που του ανήκει πολύ αργότερα απ’ ότι του άξιζε.

Υπάρχει μία μόνο πηγή από τη βυζαντινή εποχή που του αποδίδει το έργο «Ελλάδος περιήγησις» και όπου αναφέρεται το όνομά του. Περαιτέρω πληροφορίες για τη ζωή του δεν έχουμε παρά μόνο από το ίδιο του το έργο και αυτές ελάχιστες:

 Κατάγονταν  μάλλον από την περιοχή κοντά στο όρος Σίπυλος της δυτικής Μικράς Ασίας. Πολύ πιθανόν από πλούσια οικογένεια, γεγονός που του έδωσε τη δυνατότητα να ταξιδεύει σε όλη την περιοχή γύρω από το Αιγαίο και όχι μόνο, επί 20 χρόνια και πλέον.

Όταν οι αυθεντίες - φιλόλογοι του 19ου αιώνα του απέδωσαν τον χαρακτηρισμό του αναξιόπιστου, από δικό τους λάθος, η ζημιά είχε γίνει.

 Μόνο μετά την ανακάλυψη των βασιλικών τάφων στις Μυκήνες από τον Ερρίκο Σλήμαν, αλλά και την επιτυχή ανασκαφή στην Τροία από τον ίδιο, που ακολούθησε το κείμενο του Παυσανία, αποκαταστάθηκε η φήμη του και έγινε ο αγαπημένος των αρχαιολόγων.


                                                   Μεσσήνη

Ο Παυσανίας περιγράφει τα μέρη που επισκέφτηκε με πολύ οργανωτικό τρόπο. Δεν ξέρουμε πού ήθελε να απευθυνθεί, σε τί κοινό, ταξιδιώτες ή απλούς πολίτες που επιθυμούσαν να διαβάσουν ένα λογοτεχνικό βιβλίο, αλλά μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι οργάνωσε τις επισκέψεις του σε γνωστά και άγνωστα μέρη της ευρύτερης περιοχής όπου κατοικούσαν Έλληνες, με εξαιρετικά αξιόλογο τρόπο, ακολουθώντας πορείες και διαδρομές δύσκολες και χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα μεταφοράς της εποχής του. Αυτή προσδιορίζεται, με βάση τις πληροφορίες από τα γεγονότα που περιγράφει, γύρω στον δεύτερο μεταχριστιανικό αιώνα.

Πολύ συχνά κάνει παρεκβάσεις στις περιγραφές των τόπων, για να διηγηθεί ιστορίες και να δώσει σχετικές πληροφορίες τις οποίες γνωρίζει από τα βιβλία που έχει διαβάσει αλλά και από ιστορίες, που έχει ακούσει από απλούς ανθρώπους.

Έχει ιδιαίτερη προτίμηση στην επίσκεψη και περιγραφή ναών και ιερών αλλά και στη δημιουργία καταλόγων με τα μνημεία, τα αγάλματα ή τα αναθήματα σε κάποιο ιερό. 

                                                   Μεσσήνη

Το πολύτιμο υλικό που έχει διασωθεί με το έργο του Παυσανία περιλαμβάνει αναθήματα στο Μαντείο των Δελφών αλλά και στην Ολυμπία, περιγραφές αναλυτικές πινάκων ζωγραφικής, αγαλμάτων και ολόκληρων πόλεων και περιοχών, όπως τα είδε ο ίδιος, τον 2ο αιώνα μ.Χ.

Ο Παυσανίας είναι έλληνας και αναδεικνύει τόπους και μνημεία που έχουν σχέση με την Ελλάδα, την ελεύθερη, κυρίως του 5ου αιώνα π.Χ. , δηλαδή 7 αιώνες πριν την εποχή του. 

Στα χρόνια του, όλες οι ελληνικές πόλεις που επισκέπτεται από τη Μ. Ασία και Β. Αφρική μέχρι την Ιταλία, είναι τμήματα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.

 Και ο ίδιος, Ρωμαίος πολίτης!

Ο Παυσανίας είναι άριστος ως ξεναγός και αυτό αποδείχτηκε από τα ευρήματα των ανασκαφών.

Ιστορικός δεν είναι, ούτε επιδιώκει να είναι.

 Όμως έχει διαβάσει την ελληνική ιστορία ευρέως.

 Γνωρίζει και τον Ηρόδοτο –τον οποίο θαυμάζει και μιμείται- και τον Θουκυδίδη, τον Ξενοφώντα, τον Πολύβιο κ.α., αλλά χρησιμοποιεί τις ιστορικές του γνώσεις απλά για να ζωντανέψει τις περιγραφές των τόπων και των μνημείων μόνο.

 Γράφει για τα ιστορικά θέματα από μνήμης και εδώ οφείλονται τα περισσότερα σφάλματά του.

Ο Παυσανίας ενδιαφέρεται μόνο για την ιστορία της ελεύθερης Ελλάδας. 

Περιγράφει διάφορα γεγονότα από την ύστερη Αρχαϊκή περίοδο τότε που η ιστορία και η μυθολογία είναι ακόμα μπερδεμένες - για τους Έλληνες αυτό ίσχυε για πολλούς αιώνες - έως τον 2ο μεταχριστιανικό αιώνα, την εποχή τη δική του, για την οποία αναφέρει ελάχιστα - για τους δικούς του λόγους - και αυτά αφορούν στη διοίκηση της Ελλάδας από τους ρωμαίους αυτοκράτορες.

 Το ενδιαφέρον του για την ιστορία της Ελλάδας φαίνεται να σταματά το 146 πΧ με την καταστροφή της Κορίνθου από τους Ρωμαίους, με εξαίρεση την άλωση των Αθηνών το  86πΧ . 

Δηλαδή εδώ και 3 αιώνες η ελεύθερη Ελλάδα που επιθυμεί και περιγράφει ο Παυσανίας δεν υπάρχει παρά σαν ρωμαϊκή επαρχία.

Η αξία του έργου του σήμερα πολλαπλή και πολύτιμη.

Την αξιοπιστία του έργου του Παυσανία επιβεβαιώνουν εκατοντάδες ανασκαφές:

στην Αγορά των Αθηνών,

στο ιερό του Απόλλωνα στους Δελφούς,

στο ιερό του Ασκληπιού στην Επίδαυρο,

στο ιερό του Δία στην Ολυμπία,

στα ιερά στην Αρκαδία, την Κόρινθο, την Μεσσήνη κ.α. πόλεις.

Ακόμη περιγράφει ένα προς ένα τα 200 περίπου αγάλματα Ολυμπιονικών, με το όνομα του αθλητή, το πατρώνυμο, την πόλη του, το αγώνισμα, το όνομα του γλύπτη που κατασκεύασε το άγαλμα, συχνά τη χρονολογία της νίκης του αθλητή και διάφορες άλλες ενδιαφέρουσες πληροφορίες.

Επιγραφές, ενεπίγραφες βάσεις αγαλμάτων, περιγραφές αγαλμάτων θεών τα οποία χάθηκαν, τοποθεσιών, σημαντικών και ασήμαντων χώρων που όλα κάτι έχουν να πουν για την εποχή τους, συμπληρώνουν σημαντικά, μέσα από το έργο του Παυσανία, το παζλ του αρχαίου ελληνικού κόσμου. 

Το έργο του Παυσανία αποτελεί πράγματι ένα θησαυροφυλάκιο πολύτιμων πληροφοριών.

Μπορεί να μην είναι ένας αξιόλογος λογοτέχνης ή ένα πρωτότυπο δημιουργικό μυαλό, ο Παυσανίας, αλλά υπερέχει πολλών γιατί:

·         διάλεξε ένα αξιόλογο θέμα,
·         ασχολήθηκε εντατικά και σοβαρά μ’ αυτό επί είκοσι χρόνια,
·         και ήταν πάντα έντιμος και σχεδόν πάντοτε ακριβής.

Ίσως να επηρεάστηκε από τον ταξιδιώτη αυτοκράτορα Αδριανό και το κλίμα φιλελληνισμού του 2ου αιώνα μ. Χ. 

Αυτό που επεδίωκε και κατόρθωσε, ήταν να διασώσει για τους επόμενους όσα περισσότερα μπορούσε από την πολύτιμη ελληνική κληρονομιά του παρελθόντος.

 Μας παρέδωσε έτσι έναν όγκο πληροφοριών, χωρίς τον οποίο, « τα μνημεία της Ελλάδας θα ήταν ένας λαβύρινθος, δίχως νήμα», όπως χαρακτηριστικά γράφει ο ερευνητής Frazer, ο οποίος βοήθησε πολύ στην αποκατάσταση της αξιοπιστίας και της φήμης του Παυσανία.

«Μπορεί να τονιστεί με ασφάλεια», δηλώνει ένας άλλος ερευνητής του, ο Ernst Meyer, «ότι κανένα άλλο βιβλίο από την αρχαιότητα δεν μας φανερώνει τόσα πολλά από την πραγματικότητα για την αρχαία Ελλάδα.»

Παρακάτω παρατίθενται επιλεγμένα αποσπάσματα από το τέταρτο βιβλίο του Παυσανία με τίτλο, Μεσσηνιακά, για την απόδειξη των παραπάνω λόγων των σύγχρονων ερευνητών της ελληνικής αρχαιότητας.

[Η Μεσσήνη είναι πόλη του 4ου αιώνα π.Χ. χτισμένη στους πρόποδες του όρους Ιθώμη, στη νοτιοδυτική Πελοπόννησο. Αιώνες σκλαβωμένη στους Σπαρτιάτες, η Μεσσήνη ανακτά την ελευθερία της μόνο μετά τη νίκη του Θηβαίου Επαμεινώντα έναντι των Σπαρτιατών, στη μάχη των Λεύκτρων. Έμεινε ελεύθερη επί 2 αιώνες έως το 146 π.Χ. οπότε ηττήθηκε από τους ρωμαίους και βρέθηκε πάλι σκλαβωμένη. Ο Παυσανίας επισκέφτηκε την Μεσσήνη 3 αιώνες μετά από αυτή την υποδούλωση. Παρόλα αυτά η Μεσσήνη παρέμενε ένα σημαντικό πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο με πολλά αξιόλογα κατάλοιπα από το ένδοξο παρελθόν της.]

Ας ακούσουμε όμως τον περιηγητή, Παυσανία.




Η Μεσσήνη περιτριγυρίζεται από τείχος, ολόκληρη η περιφέρεια του οποίου είναι κτισμένη από λίθο και έχει πύργους και επάλξεις…. Στην αγορά υπάρχει άγαλμα του Δία Σωτήρα και κρήνη που καλείται Αρσινόη..σε αυτή ρέει υπόγεια νερό από μία πηγή που ονομάζεται Κλεψύδρα. Υπάρχει ιερό του Ποσειδώνα και ένα άλλο της Αφροδίτης. Πιο αξιοσημείωτο απ’ όλα είναι το άγαλμά της μητέρας των θεών, από μάρμαρο της Πάρου, έργο του Δαμοφώντα, ο οποίος επίσης έπλασε και τη Λαφρία..Στη Μεσσήνη υπάρχει επίσης ναός για την Ειλείθυια -θεά που βοηθούσε στον τοκετό- με μαρμάρινο άγαλμα. Κοντά σε αυτό υπάρχει το μέγαρο των Κουρήτων. Υπάρχει και άγιο ιερό της Δήμητρας στη Μεσσήνη και αγάλματα των Διοσκούρων…Τα αγάλματα όμως στο ιερό του Ασκληπιού είναι τα πιο πολυάριθμα και τα πιο αξιοθέατα. Γιατί εκτός από τα αγάλματα του θεού και των γιων του και αυτά του Απόλλωνα, των Μουσών και του Ηρακλή, το ιερό περιέχει άγαλμα της πόλης των Θηβών, και του Επαμεινώνδα.. Τα μαρμάρινα αγάλματα είναι έργα του Δαμοφώντα, του μόνου αξιόλογου Μεσσήνιου γλύπτη που εγώ γνωρίζω. Ο ανδριάντας του Επαμεινώνδα είναι από σίδερο και είναι έργο κάποιου άλλου καλλιτέχνη. 


Μεσσήνη, άποψη του Ασκληπιείου

Υπάρχει επίσης και ναός της Μεσσήνης και άγαλμα από χρυσό και παριανό μάρμαρο. Στο πίσω μέρος του ναού υπάρχουν ζωγραφικές παραστάσεις των βασιλέων της Μεσσήνης. Επίσης υπάρχει ζωγραφική παράσταση του Ασκληπιού. Οι πίνακες αυτοί είναι έργα του Ομφαλίωνα, μαθητή του Νικία, γιου του Νικομήδη..Αυτό που οι Μεσσήνιοι ονομάζουν Ιεροθύσιον περιέχει αγάλματα όλων των θεών στους οποίους πιστεύουν οι Έλληνες. Εκεί υπάρχει επίσης χάλκινος ανδριάντας του Επαμεινώνδα και αρχαίοι τρίποδες…Τα αγάλματα στο γυμνάσιο είναι φτιαγμένα από Αιγύπτιους τεχνίτες και απεικονίζουν τον Ερμή, τον Ηρακλή και τον Θησέα…Υπάρχει εδώ και τάφος του Αριστομένη. Κοντά στο θέατρο υπάρχει ιερό του Σάραπι και της Ίσιδας..Στον δρόμο προς την κορυφή της Ιθώμης, όπου βρίσκεται η ακρόπολη της Μεσσήνης, υπάρχει πηγή που ονομάζεται Κλεψύδρα..κάθε μέρα κουβαλούν νερό από την πηγή στο ιερό του Ιθωμάτα Δία. Το άγαλμα του Δία είναι έργο του Αγελάδα..κάθε χρόνο τελούν τη γιορτή Ιθωμαία. Στην πύλη της οδού προς τη Μεγαλόπολη της Αρκαδίας, βλέπει κανείς έναν Ερμή αττικής τεχνοτροπίας, γιατί το σχήμα των τετράγωνων Ερμών είναι επινόηση των Αθηναίων, και από αυτούς το έμαθαν οι υπόλοιποι.




Αυτή η επιλεκτική παρουσίαση αποσπασμάτων του Παυσανία είναι πολύ πιο λιτή από την πραγματική, γράφει ο Christian Habicht που τη δημιούργησε, η οποία πραγματική περιγραφή περιλαμβάνει,

 «πολυάριθμες εξηγήσεις και παρεκβάσεις που δεν αφήνουν τον αναγνώστη να πλήξει, και αποδεικνύει ότι η περιγραφή του Παυσανία είναι λεπτομερής και ουσιαστική. Ο Παυσανίας είναι μεθοδικός: 
προχωράει από το τείχος προς την αγορά, από την αγορά προς το ιερό του Ασκληπιού, από το ιερό στο Ιεροθύσιον, από το Ιεροθύσιον στο γυμνάσιο, από το γυμνάσιο στο στάδιο, από το στάδιο στο θέατρο, από το θέατρο στη ακρόπολη. Έπειτα αφήνει πίσω του την πόλη βγαίνοντας από την Αρκαδική πύλη, η οποία οδηγεί τον ταξιδιώτη στον δρόμο προς την Μεγαλόπολη. Καταγράφει ό, τι βλέπει..»


Μέχρι τη δεκαετία του 1950 μόνο τα τείχη της πόλης της Μεσσήνης ήταν ορατά, τα οποία ο Παυσανίας γράφει ότι ήταν τα πιο εντυπωσιακά σε ολόκληρη την Ελλάδα, ισχυρότερα ακόμη και από τα τείχη της Ρόδου και του Βυζαντίου. 

Με βάση την παραπάνω περιγραφή οι ανασκαφές μας έδωσαν έναν αξιόλογο αρχαιολογικό χώρο όπως φαίνεται στις φωτογραφίες και το σχεδιάγραμμα, παρόλο που ένα μέρος της αρχαίας πόλης βρίσκεται κάτω από το σύγχρονο χωριό, Μαυρομάτι.

Εδώ μπορείτε να διαβάσετε μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη του αρχαιολόγου καθηγητή Πέτρου Θέμελη για τη Μεσσήνη και τη σχέση του με τον τόπο:

http://www.tovima.gr/vimagazino/interviews/article/?aid=774881