Συνολικές προβολές σελίδας

Δευτέρα 14 Αυγούστου 2017

Franny and Zooey







by J. D. Salinger

Salinger became well known from the first moment he published The Catcher in the Rye in 1951.

 He had imagined the Glasses, a family with 7 precocious children living in Manhattan and wrote some short stories and novellas about them.

Franny, (written at first as a short story), and Zooey, (as a novella) are two siblings in the Glass family, the youngest ones. They, along with the rest of the Glass children, took part in a radio programme for witty children for many years.

Franny  starts on a winter Saturday morning when she, being an undergraduate student at an Art college (its name is not stated), meets her boyfriend (Lane Coutell, a senior student studying Modern European Literature) at a nearby college town, where they are supposed to watch a Yale-Harvard game and spend the weekend together.

While having dinner at a nice restaurant, Franny gets so disappointed with Lane because he speaks incessantly about an essay he had written and the unexpected enthusiastic approval of it by his professor, when he got it back “with this goddam A on it in letters about six feet high”!

 But this was not the beginning to Franny’s exasperation about values.

 It had all started earlier when, as a freshman at college she gets frustrated with the lack of authenticity and the egotism of professors and fellow students around her.

She consequently, can’t stand the complacency and egotism of her boyfriend who is the example of the good, conventional, “clever” student who will constitute the successful, educated citizen of society after finishing his studies.

 An interesting burst on the part of Franny follows which results in her breakdown, in the restaurant.

Zooey, is telling the story after the restaurant scene with Franny and Lane. 

The scene is in the Manhattan family apartment now and the conversation between Franny and Zooey is really compelling.

 It’s about the role of Universities which only fill up students with plain knowledge that does not lead to being a better person but just how to become successful in society which means how to make money or perhaps how to become famous. 

“You never even hear any hints dropped on a campus that wisdom is supposed to be the goal of knowledge”.


Franny however is interested in something more valuable than material or intellectual goods and so she looks for it in something more spiritual, after she finds a small book in the college library “The Way of a pilgrim”.

Her brother Zooey speaks and speaks to her for a more reasonable way of thinking but at the end he admits that he shouldn’t have tried to persuade her against Jesus Christ or any other religious solutions to her existential concerns.

Zooey ends up by saying that to get out of the situation she found herself in trapped, she should start acting again which is something she loves doing not minding who the audience is :“play for the Fat Lady”, as Seymor, the eldest and most beloved sibling in the Glass family who has killed himself,  had once advised. 
Who is the “Fat Lady” though?

 A book that can boost one’s thoughts further!

Additionally, it is excellent, “sweet” literature.

I loved it and really enjoyed it.

I certainly recommend it.






Παρασκευή 4 Αυγούστου 2017

On the Road


 by Jack Kerouac

Τον Ιούλιο του 1947 ξεκινάει το πρώτο ταξίδι, μετά το διαζύγιό του, από τη Νέα Υόρκη προς την άλλη ακτή στη Δύση και το Σαν Φρανσίσκο. Έχει μαζί του 50 δολάρια όλα κι όλα, κάνει ωτοστόπ, αλλάζει λεωφορεία μέχρι που φτάνει στο Ντένβερ όπου συναντάει τους φίλους του, Carlo Marx (ψευδώνυμο του Allen Ginsberg) και Dean Moriarty (o Neal Cassady), πρωταγωνιστές όλοι του κινήματος που ο ίδιος ο Κέρουακ αργότερα θα ονομάσει Beat, δανειζόμενος τον όρο από τους τζαζίστες.

 Κορίτσια, ποτό, ναρκωτικά και φυσικά οι μεγάλοι της τζαζ να αυτοσχεδιάζουν και να τζαμάρουν στα κλαμπ (Charlie Parker, Miles Davies, Dizzie Gillespie). 

Όλα σε ξέφρενους ρυθμούς, λαχανιάζεις και μόνο που τα διαβάζεις ή ίσως αρχίζεις να χοροπηδάς και συ, ανάλογα με την ηλικία σου πάντα. 

Έντονη ανάγκη να ξαναβρεθούν στο δρόμο και να διασχίσουν τη μια πολιτεία μετά την άλλη, από τον ένα ωκεανό στον άλλο.

Είναι ο Sal Paradise (Jack Kerouac) και ο πρωταγωνιστής του βιβλίου του, Dean Moriarty (Neal Cassady) που διασχίζουν τη χώρα πολλές φορές από το 1947 μέχρι το 1950, από τη μια πόλη στην άλλη, για να συναντήσουν έναν φίλο ή «κι εγώ δεν ξέρω γιατί ήρθα στη Νέα Υόρκη, φίλε»!


Στο δεύτερο ταξίδι πάνω κάτω στις Ηνωμένες Πολιτείες, και αφού παρατάει την οικογενειακή Χριστουγεννιάτικη γιορτή, γιατί του μπήκε και πάλι το μικρόβιο που το όνομά του ήταν Dean Moriarty, επισκέπτονται κάπου στη Νέα Ορλεάνη τον άλλο φίλο Old Bull Lee (ψευδώνυμο για τον William S. Burroughs) που είναι εθισμένος στη μορφίνη και συνεχίζουν μέχρι Σαν Φρανσίσκο όπου είναι το τέλος της ξηράς και αναγκαστικά σταματούν.
Όμως σε λίγο θα ξαναβγούν στο δρόμο και θα πάνε νότια, Τέξας, Νέο Μεξικό αλλά και τα σύνορα θα περάσουν για το Μέξικο σίτυ όπου τα ναρκωτικά είναι παντού!


Όταν τελικά εκδόθηκε το βιβλίο, μετά από πολλές αναθεωρήσεις και εκδοτικές περιπέτειες, έγινε αμέσως επιτυχία.

 Μόνο που αρχικά το ενδιαφέρον των δημοσιογράφων απέβλεπε αποκλειστικά στο νέο τρόπο ζωής της παρέας των νεαρών του βιβλίου, παρά στο ίδιο το λογοτεχνικό έργο.

 Ήταν η γενιά των Beat με εκπρόσωπο τώρα πια τον Kerouac και όλοι ενδιαφέρονταν να μάθουν για αυτούς τους «τρελούς», αντισυμβατικούς νεαρούς που πειραματίζονταν με σκληρά ναρκωτικά, benzedrine (αμφεταμίνη), μορφίνη και άλλα και που με παρέα τη μαριχουάνα και το αλκοόλ, διέσχιζαν τη μεταπολεμική Αμερική ψάχνοντας κάτι καινούριο να πιστέψουν σ’ αυτό, γκρεμίζοντας κάθε είδους όρια νομιμότητας (πολλές φορές ο συγγραφέας απέκρυψε νομικές παραβάσεις των χαρακτήρων του για ευνόητους λόγους) αλλά και ηθικά όρια, που έμπαιναν εμπόδιο στην προσωπική τους ελευθερία.

 Απελευθέρωση και στο σεξ, που όμως πριν την τελική έκδοση του βιβλίου αναγκάστηκε να απαλύνει τουλάχιστον όσον αφορά στα θέματα ομοφυλοφιλίας, όπως αυτό ανάμεσα στον Carlo Marx και τον Dean Moriarty αλλά ίσως και τη δική του σχέση με τον άκρως ερωτικό, κολλητό του φίλο Dean.


Θυμάμαι να «τρελαίνομαι» με το On the Road, όταν τη δεκαετία του 70 το διάβασα για πρώτη φορά (λίγα χρόνια αργότερα γύρισα και γω με ωτοστόπ τη δική μας ήπειρο), αλλά τώρα ξαναδιαβάζοντάς το στα πλαίσια του MOOC που παρακολουθώ, χασμουρήθηκα και λίγο (ναι η ηλικία είναι καθοριστικός παράγοντας, με όλα όσα φέρνει μαζί της). Σκέφτομαι όμως ότι ίσως ο γύρος της Ευρώπης με ωτοστόπ τότε να μην είχε γίνει ποτέ και γι αυτό μαζί με τον Bob Dylan θα συμφωνήσω ότι μας καθόρισε όλους το βιβλίο αυτό του Kerouac.


·         Οι Beat λογοτέχνες δεν επιμένουν στη φόρμα του έργου, δηλ στο πώς θα διαμορφώσουν την αφήγηση της ιστορίας, όπως οι συνάδελφοί τους Μοντερνιστές, ούτε θεωρούν ότι το δημιούργημα είναι κάτι αυτόνομο, ξεχωριστό από τη ζωή του αφηγητή ή του αναγνώστη –όπως υποστηρίζει ο Ναμπόκοφ. Όμως αν και οι ίδιοι δεν επικεντρώνουν την προσπάθειά τους στο στυλ και στη δεξιοτεχνία της σύνθεσης της αφήγησης σύμφωνα με τον κανόνα των Μοντερνιστών, επιθυμούν και αυτοί να αναπαραγάγουν και να επικοινωνήσουν την εμπειρία που περιγράφουν και μάλιστα με μια γλώσσα αληθινή, καθημερινή, όχι επιτηδευμένη, σε μια «πρόζα αυθόρμητη», όπως υποστηρίζει ο Kerouac.

      Λίγα χρόνια πριν την τελική έκδοση του On the Road το 1957, ο William S. Burroughs εκδίδει το γνωστό Junky(1953), που είναι εν μέρει αυτοβιογραφικό και ο Allen Ginsberg την ποιητική συλλογή Howl and other poems(1955) που αποτελούν αντιπροσωπευτικά λογοτεχνικά έργα της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς της Αμερικής, η οποία αντιδρώντας στην καταναλωτική κοινωνία της αφθονίας που εδραιώνονταν, έψαχνε τις δικές της αξίες, με το δικό της τρόπο. Ήταν η καλλιτεχνική γενιά Beat που άφησε το αποτύπωμά της στις δεκαετίες του 50 και 60, για να παραδώσει στην επόμενη γενιά, αυτή των Hippies.