Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2024

 

Ludwig Wittgenstein  (1889-1951)

 


v  Ο Λούντβιχ Βίτγκενσταϊν, Αυστριακός φιλόσοφος με σημαντική συνεισφορά στον τομέα της Αναλυτικής Φιλοσοφίας και της Λογικής, έθεσε ως προμετωπίδα στο έργο του «Φιλοσοφικές Έρευνες» το γνωμικό του Nestroy (Austrian great comic dramatist 1801-1862):

«Γενικά είναι γνώρισμα της προόδου να φαίνεται πολύ μεγαλύτερη από ότι είναι στην πραγματικότητα».

Και στον πρόλογο του ίδιου βιβλίου του έγραψε:

«Θα προτιμούσα να είχα κάνει ένα καλό βιβλίο. Αυτό δεν συνέβηκε• όμως πέρασε πια ο καιρός που θα μπορούσα να το βελτιώσω».

 

v  Στο έργο του «Tractatus Logico-Philosophicus» (1921), που είναι και το μόνο που δημοσίευσε (καθώς το Φιλοσοφικές Έρευνες δημοσιεύτηκε δύο χρόνια μετά τον θάνατό του), ο Wittgenstein επιχείρησε να δώσει μια απάντηση στο καντιανού τύπου ερώτημα:

 

«Πώς είναι δυνατές η γλώσσα και η σκέψη;»

 

Η απάντησή του στηριζόταν (1) σε μια ατομιστική αντίληψη της γλώσσας και του κόσμου ως συνόλου (τυχαίων) γεγονότων, και (2) σε μια απεικονιστική θεωρία του νοήματος: η λογική σύνταξη της γλώσσας ήταν η ουσία του κόσμου.

 

Θεμέλιο της γλώσσας και ουσία του κόσμου είναι τα «απλά», τα αναγκαία στοιχεία, που συνδυασμένα με ορισμένο τρόπο, συνιστούν τα γεγονότα.

 

 Σημείο επαφής της λέξης με τον κόσμο είναι το όνομα. Το όνομα σημαίνει το αντικείμενο. Η πρόταση, ως συνδυασμός ονομάτων, απεικονίζει το γεγονός.

 

Το έργο αυτό του Wittgenstein αποτέλεσε τη Βίβλο του φιλοσοφικού κινήματος της λογικής ανάλυσης που δέσποσε τη δεκαετία του 1930 και καθιέρωσε τη στροφή προς τη γλώσσα ως το καθαυτό αντικείμενο της φιλοσοφικής έρευνας.

Σύμφωνα με αυτή τη σημασιολογική θεωρία, η γλώσσα έχει μια καθαρά λογική θεμελίωση. Αυτό το αναίρεσε ο ίδιος ο Wittgenstein με τις «Φιλοσοφικές Έρευνες», που αποτελούν μια αντιθετική συνέχεια του Tractatus. 

 

v  Είναι αδύνατον να συνοψίσει κανείς τις «Φιλοσοφικές Έρευνες», μπορούμε όμως να δώσουμε μερικά κύρια σημεία αυτού του έργου:

« Η σημασία μιας λέξης είναι η χρήση της μέσα στη γλώσσα».

«Το νόημα μιας έκφρασης είναι η χρήση της».

Έτσι θα μπορούσε να συνοψιστεί η καινούρια θεωρία του νοήματος που αντιτίθεται στο Tractatus, σύμφωνα με το οποίο η σχέση γλώσσας – κόσμου θεμελιωνόταν στην ονομασία.

Η απεικονιστική θεωρία του νοήματος είναι τώρα για τον Wittgenstein λάθος.

Η ονομασία (ισχυρίζεται, αναιρώντας τον εαυτό του), δεν αποτελεί το αναγκαίο θεμέλιο της σχέσης της γλώσσας με τον κόσμο. Αντίθετα προϋποθέτει ένα σωρό πράγματα για να δούμε πώς θα τη χρησιμοποιήσουμε.

Η έννοια «νόημα» είναι όπως η έννοια π.χ. «παιχνίδι». Υπάρχουν πολλών και διαφόρων ειδών παιχνίδια και δεν έχουν όλα τους ένα γνώρισμα που να τα κάνει παιχνίδια. Το ίδιο και οι χρήσεις της γλώσσας• παρουσιάζουν ακόμα μεγαλύτερη ποικιλομορφία. Η καταδεικτική διδαχή ενός παιδιού οδηγεί στην αντίληψη βέβαια αυτού που του δείχνουμε, όμως με μια άλλη καθοδήγηση από τον δάσκαλο θα είχε σαν αποτέλεσμα μια διαφορετική αντίληψη από τον μαθητή.

Ωστόσο η ζωή διέπεται από κανόνες. Οι κανόνες που συνδέουν μια έκφραση με τις συνθήκες που δικαιολογούν τη χρήση της, είναι ενσωματωμένοι στους συνηθισμένους τρόπους συμπεριφοράς μιας γλωσσικής κοινότητας. Έτσι, από μόνη της μια έκφραση δεν μας υπαγορεύει ούτε την εφαρμογή της ούτε το πώς θα την κατανοήσουμε. Αντίθετα την κατανοούμε όταν έχουμε την ικανότητα να τη χρησιμοποιήσουμε σωστά, σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια που αναφέρονται στην κοινή συμπεριφορά ανθρώπων ενός συγκεκριμένου χώρου και χρόνου.

Οι κανόνες της σκέψης καθορίζουν τα όρια και την έννοια που έχουμε για τη σκέψη και « δεν περιγράφουν απαρασάλευτες σχέσεις ανάμεσα σε αιώνια όντα, ούτε είναι νόμοι της φύσης».

 

v Σχετικά με τη γλώσσα, τη σκέψη και τον ορισμό της φιλοσοφίας:

 

·         « Η φιλοσοφία είναι ένας αγώνας για να λυθούν τα μάγια που έχει κάνει η γλώσσα στη σκέψη μας»

 

·         «Τα όρια της γλώσσας είναι τα όρια του μυαλού. Όσα ξέρω είναι αυτά για τα οποία έχω λέξεις».

 

 

·         «Τα όρια ενός ανθρώπου καθορίζονται από τα όρια της γλώσσας του».

 

·         « Η λογική δεν ασχολείται με τη γλώσσα ή τη σκέψη με την έννοια που η φυσική επιστήμη πραγματεύεται ένα φυσικό φαινόμενο».

 

 

·         «Με ποια έννοια η λογική είναι κάτι ιδανικό;

Γιατί εξετάζει την ουσία των πραγμάτων. Μ’ αυτήν δεν θέλουμε να μάθουμε τίποτα καινούριο. Θέλουμε να κατανοήσουμε κάτι που είναι κιόλας οφθαλμοφανές».

 

·         «Η σκέψη περιβάλλεται από μία αίγλη. Η ουσία της, η λογική, παρουσιάζει μια τάξη, την a priori τάξη του κόσμου δηλαδή την τάξη των δυνατοτήτων που πρέπει να είναι κοινές στον κόσμο και στη σκέψη. Αυτή η τάξη πρέπει να είναι κάτι εξαιρετικά απλό».

 

·         « Εκεί όπου υπάρχει νόημα, εκεί πρέπει να υπάρχει τέλεια τάξη. Πρέπει λοιπόν η τέλεια τάξη να υπάρχει και στην πιο αόριστη πρόταση».

 

 

·         « Το ιδανικό το σκεφτόμαστε να στέκει στέρεο και αμετακίνητο. Δεν μπορείς καν να βγεις έξω από αυτό. Η ιδέα μοιάζει σαν τα γυαλιά πάνω στη μύτη μας, και ότι κοιτάζουμε το βλέπουμε μέσα από αυτά. Δεν μας έρχεται ποτέ στον νου να τα βγάλουμε. Όταν πιστεύουμε πως αυτό το ιδανικό πρέπει να το βρούμε στην πραγματική μας γλώσσα, νιώθουμε να μη μας ικανοποιούν οι καθημερινές προτάσεις, λέξεις. Αυτές πρέπει να είναι κάτι καθαρό και ευκρινές. Και σπάζουμε το κεφάλι μας να το βρούμε. Είναι σαν να έπρεπε να επισκευάσουμε με τα δάχτυλά μας έναν ξεσκισμένο ιστό αράχνης.

Όσο πιο αυστηρά εξετάζουμε την πραγματική μας γλώσσα , τόσο πιο έντονη γίνεται η σύγκρουση ανάμεσα σ’ αυτήν και τη λογική».

 

·         « Η φιλοσοφία είναι ένας αγώνας ενάντια στη γοητεία που ασκεί το γλωσσικό μέσο πάνω στη νόησή μας».

 

·         « Αποτέλεσμα της φιλοσοφίας είναι το ξεσκέπασμα της μιας ή της άλλης καθαρής α-νοησίας και των καρούμπαλων που απόκτησε ο νους πέφτοντας πάνω στα όρια της γλώσσας. Αυτά τα καρούμπαλα μας φανερώνουν την αξία που έχει εκείνο το ξεσκέπασμα».

 

 

·         « Μια από τις κύριες πηγές της ακατανοησίας μας είναι πως δεν έχουμε εποπτεία της χρήσης των λέξεων».

·         « Η γλώσσα είναι ένας λαβύρινθος από δρόμους. Έρχεσαι από τη μια μεριά και ξέρεις να προσανατολιστείς• έρχεσαι στην ίδια θέση από άλλη μεριά και δεν μπορείς πια να προσανατολιστείς».

 

·         « Το να λέμε ψέματα είναι ένα γλωσσικό παιχνίδι και απαιτεί διδαχή όπως κάθε άλλο γλωσσικό παιχνίδι».

 

 

·         « Η γλώσσα είναι το μεταφορικό μέσο της σκέψης».

 

·         « Η σκέψη δεν είναι μια άυλη διαδικασία που δίνει ζωή και νόημα στην ομιλία και που μπορεί κανείς να την αποσπάσει από την ομιλία. Η ομιλία με σκέψη και η ομιλία χωρίς σκέψη μπορούν να συγκριθούν με την εκτέλεση με σκέψη και την εκτέλεση χωρίς σκέψη ενός μουσικού κομματιού».

 

 

·         « Για ποιο λόγο σκέφτεται ο άνθρωπος;

Επειδή η σκέψη δίνει καλά αποτελέσματα;

Επειδή τον συμφέρει να σκέφτεται;».

 

·         « Η φιλοσοφία είναι πρώτα από όλα, μια ανάλυση της γλώσσας, που αποσκοπεί στη διασάφηση των ορίων της. Τα όρια του δυνατού να σκεφτούμε είναι τα όρια του δυνατού να πούμε. Μια πρόταση δεν μπορεί να εκφράσει τη λογική της σκέψης, αυτή φαίνεται στη δομή της πρότασης».

 

·         « Μόλις φτάσουμε στην κορυφή της σκάλας και έχουμε κατανοήσει τις εκφράσεις του Tractatus logico-philosophicus, θα τις αναγνωρίσουμε ως α-νόητες και τότε πρέπει να πετάξουμε μακριά τη σκάλα. Και εδώ το Tractatus κλείνει με τη φράση, ‘για όσα δεν μπορούμε να μιλήσουμε, καλό είναι να σιωπήσουμε’. Έτσι σ’ αυτό το σημείο αποκαλύπτεται η μυστικιστική όψη του Tractatus, όπου μυστικιστικό είναι:’ ο κόσμος είναι’, ενώ η επιστήμη μπορεί να πει μόνο ‘πώς ο κόσμος είναι’. Το μυστικιστικό είναι επομένως άφατο και η ορθή μέθοδος της φιλοσοφίας θα ήταν να μη λέει τίποτα παρά μόνο αυτό που μπορεί να πει, δηλαδή προτάσεις της φυσικής επιστήμης. Κάθε απόπειρα να ειπωθεί το άφατο θα είναι μια αποτυχία, όπως π.χ. αυτή του Μάρτιν Χάιντεγκερ. Ο άνθρωπος έχει την παρόρμηση να εξακοντίζεται πέρα από τα όρια της γλώσσας. Αυτός ο εξακοντισμός πέρα από τα όρια της γλώσσας είναι η Ηθική. Στην Ηθική επιχειρείται να ειπωθεί κάτι που δεν μπορεί ποτέ να αφορά την ουσία του προβλήματος. Κανένας ισχυρισμός της για τα γεγονότα δεν μπορεί να επιφέρει μια αξιολογική κρίση. Και δεδομένου ότι αυτό που μπορούμε να πούμε μπορεί να είναι μονάχα περιγραφή των καταστάσεων των πραγμάτων, η Ηθική ανήκει στο άφατο».

 

·         « Η κατανόηση του νοήματος μιας πρότασης αντιστοιχεί με την κατανόηση της μεθόδου με την οποία μπορεί να επαληθευτεί η πρόταση. Όπου υπάρχουν διαφορετικές επαληθεύσεις υπάρχουν και διαφορετικά νοήματα».

 

 

·         « Η σημασία μιας λέξης ή μιας φράσης δεν δίνεται άπαξ δια παντός, αλλά εξαρτάται από το συγκείμενο (=το περιβάλλον, τα συμφραζόμενα) της αναγγελίας».

 

·         « Οι παραδοσιακές θεωρίες για την κατανόηση των εννοιών μας ( στις οποίες οι έννοιες καθορίζονται από ένα σύνολο ουσιαστικών ιδιοτήτων, είτε αυτές δίνονται εκ των προτέρων – πλατωνισμός – είτε εκ των υστέρων – εμπειρισμός), έρχονται σε σύγκρουση με τη θεωρία για τις έννοιες του Wittgenstein. Ο Wittgenstein δίνει το παράδειγμα της έννοιας ‘παιχνίδι’ και δείχνει ότι δεν μπορούμε να ορίσουμε αυτό που είναι κοινό σε όλα τα παιχνίδια και μονάχα στα παιχνίδια. Και όμως χρησιμοποιούμε τη λέξη ‘παιχνίδι’ χωρίς δισταγμό». Όμως η κατανόηση της έννοιας ‘παιχνίδι’ έρχεται μέσα από το περιβάλλον της πρότασης στην οποία χρησιμοποιείται, δηλαδή από τη χρήση της.

 

v  Η οροθέτηση του νοήματος και η κριτική της γλώσσας είναι στο κέντρο και των δύο έργων του Wittgenstein, παρά τις διαφορές τους, για τις οποίες δεν είναι εύκολο να δοθούν εξηγήσεις.