Συνολικές προβολές σελίδας

Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2025

ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ

 



Οι παρακάτω σημειώσεις προέρχονται από τον μελετητή του Ηράκλειτου,

W.K.C. Guthrie.

 

·         Η ακριβής εποχή που έζησε ο Ηράκλειτος από την Έφεσο δεν μπορεί να καθοριστεί με ακρίβεια. Σύμφωνα με μαρτυρία του Απολλόδωρου, υπολογίζεται ότι έζησε γύρω στο 500 π. Χ. (θεωρείται ότι ήταν στην περίοδο της ακμής του, δηλαδή περίπου σαράντα  χρονών, κατά την 69η Ολυμπιάδα, δηλαδή το 503-500 π.Χ.).

   Εκτός από το ότι ανήκει στη βασιλική δυναστεία της Εφέσου*, δεν γνωρίζουμε κανένα άλλο στοιχείο από τη ζωή του. Υπάρχουν πολλές ανεπιβεβαίωτες ιστορίες γι αυτόν, όπως πχ «Ενώ ο Ηράκλειτος έκλαιγε, ο Δημόκριτος γελούσε» με τις τρέλες της ανθρωπότητας,

κ. α. πολλές.

*Η Έφεσος, μια από τις αρχαιότερες ελληνικές αποικίες και σημαντικότερες ιωνικές πόλεις της Μικράς Ασίας, ΒΑ της Σάμου, κοντά στα παράλια του Αιγαίου.

 

·         Οι πολιτικές του απόψεις ήταν κάθε άλλο παρά δημοκρατικές. Ένας αριστοκράτης με καταγωγή από τον βασιλιά της Αθήνας Κόδρο, από τον γιο του οποίου ιδρύθηκε η Έφεσος. Αρνήθηκε την βασιλεία, την οποία παραχώρησε στον αδερφό του, από υπερβολική υπερηφάνεια και από περιφρόνηση προς τον λαό.

   Από τα λιγοστά αποσπάσματά του που έχουν διασωθεί, φαίνεται πως ο χαρακτήρας του έργου του είναι αποφθεγματικός και το ύφος του αινιγματικό. Αυτός είναι και ο λόγος που αποκλήθηκε «σκοτεινός».

 Όταν ο Σωκράτης ρωτήθηκε από τον Ευριπίδη τι πίστευε για το «βιβλίο» του Ηράκλειτου, αυτός απάντησε: «Ό,τι κατάλαβα ήταν υπέροχο, και αναμφίβολα, επίσης, ό,τι δεν κατάλαβα. Αλλά χρειάζεται δύτης για να φτάσει στο βάθος του ».

 Το κρυφό και συμβολικό ύφος των ρήσεών του, οφείλεται κατά ένα μέρος στην περιφρόνηση που αισθανόταν για τους περισσότερους από εκείνους που θα έρχονταν σε επαφή με το έργο του και αφετέρου στο γεγονός ότι η σκέψη του είχε μια λεπτότητα που υπερέβαινε εκείνη των συγχρόνων του και συνεπώς η γλώσσα της εποχής του ήταν αναπόφευκτα ανεπαρκής.

  Ο ίδιος πίστευε ότι ήταν κάτοχος μιας απόλυτης αλήθειας, κάτι που κάνει τον λόγο του προφητικό μάλλον παρά διαλεκτικό. Πολλά στοιχεία από τα αποσπάσματα των ρήσεών του, που σώθηκαν, δείχνουν περισσότερο μια θρησκευτικότητα, παρά έναν φιλοσοφικό λόγο.

    Ένας απομονωμένος στοχαστής με σκέψη έντονου προσωπικού χαρακτήρα. Το ότι δεν διδάχτηκε από κανέναν άνθρωπο προκύπτει από δικές του δηλώσεις. Η δική του φιλοσοφική μέθοδος ήταν η αυτοέρευνα, «Αναζήτησα τον εαυτό μου».

     Ένας άνθρωπος με τέτοια αντίληψη, όπως ο Ηράκλειτος συνεισέφερε λίγα σε ό,τι θα αποκαλούσαμε επιστήμη εκείνης της εποχής, αφού τα συμπεράσματά του βασίστηκαν στη διαίσθησή του μάλλον, παρά σε παρατήρηση και ανάλυση δεδομένων. Γι αυτόν τον λόγο οι μεταγενέστεροί του προσωκρατικοί φιλόσοφοι της επιστημονικής παράδοσης, όπως πχ ο Αναξαγόρας, οι ατομικοί κ.α. τον αγνόησαν, μέχρι να απασχολήσει τη σκέψη ενός βαθύτερου στοχαστή, του Πλάτωνα.

  Μεγάλο μέρος της σκοτεινότητας του Ηράκλειτου προκύπτει από το γεγονός ότι η λεπτότερη σκέψη του τον είχε φέρει σε ένα στάδιο, όπου η ύλη και το πνεύμα ή επίσης το συγκεκριμένο και το αφηρημένο, απαιτούν να τα σκεφτεί κανείς ξεχωριστά. Είναι, όμως, ακόμα πολύ επηρεασμένος από την προγενέστερη σκέψη, σύμφωνα με την οποία ,ο υλικός και ο πνευματικός κόσμος ήταν ενωμένοι, για να προκαλέσει συνειδητά αυτόν τον διαχωρισμό.


  Ο Ηράκλειτος πίστευε πρώτα και κυρίως σε ένα Λόγο. Αυτός καθορίζει την πορεία όλων όσα συμβαίνουν, είναι ένα είδος καθολικού νόμου του γίγνεσθαι. Το βιβλίο του Ηράκλειτου άρχιζε ως εξής:

«Ενώ ο Λόγος αυτός (που θα περιγράψω) υπάρχει πάντα, ωστόσο οι άνθρωποι δεν τον κατανοούν, ούτε προτού τον ακούσουν, ούτε όταν τον πρωτακούσουν. Ενώ δηλαδή τα πάντα γίνονται σύμφωνα με τη νομοτέλεια αυτή, μοιάζουν με άπειρους όταν καταπιάνονται με λόγια και έργα, σαν κι αυτά που τους διηγούμαι, διαιρώντας κάθε πράγμα σύμφωνα με τη φύση του και εξηγώντας το πώς έχει. Οι κοινοί όμως άνθρωποι δεν έχουν συνείδηση του τι κάνουν στον ξύπνιο τους, όπως λησμονούν όσα είδαν στον ύπνο τους.»

   Πέρα από τον Λόγο, και στενά συνδεδεμένες μαζί του, είναι τρεις γενικές προτάσεις, που αποτελούν βασικές αρχές με τις οποίες ερμηνεύει ο Ηράκλειτος τον κόσμο:


(α) Η Αρμονία είναι πάντα προϊόν αντιθέτων. Γι αυτό και το βασικό γεγονός στον φυσικό κόσμο είναι η σύγκρουση.

(β) Τα πάντα βρίσκονται σε συνεχή κίνηση και αλλαγή.

(γ) Ο κόσμος είναι μια ζώσα και αιώνια φωτιά.

 

·         Ο Αριστοτέλης, με την εξαίρετη ικανότητά του  για σαφή και λογική σκέψη, αδυνατεί να κατανοήσει την αντίφαση στα λόγια του Ηράκλειτου, ότι «από τα αντίθετα γεννιέται η ωραιότερη αρμονία», ότι ειρήνη και πόλεμος δεν διαδέχονται το ένα τ’ άλλο με τη σειρά αλλά συνυπάρχουν  και ότι η κατάπαυση του αγώνα μεταξύ τους θα σήμαινε τη διάλυση του σύμπαντος. Γιατί αυτό φαινόταν να παραβιάζει τον νόμο της αντίφασης. Έτσι ο Αριστοτέλης ταυτίζει (λανθασμένα) τα λόγια του Ηράκλειτου με αυτά του Εμπεδοκλή από τον Ακράγαντα, ότι δηλαδή ο κόσμος «..μεταβάλλεται και τη μια είναι όπως τώρα, ενώ την άλλη αλλάζει και χάνεται..».

 Ο Ηράκλειτος χρησιμοποιεί τη γλώσσα των εικόνων και των συμβολισμών και συνεπώς οι ρήσεις του υπόκεινται σε πολλαπλές ερμηνείες.

   Ένα από τα πανάρχαια προσωνύμια του Ηράκλειτου ήταν «Ο Γριφολόγος». Μερικές από τις προτάσεις του μοιάζουν όντως με παιδικά αινίγματα και λύνονται κατά παρόμοιο τρόπο:

«Τι είναι ταυτόχρονα ίσιο και στραβό;

Μια γραμμή γραφής».


 Ο Ηράκλειτος διδάσκει ότι δύο φαινομενικά  αντιφατικά πράγματα, είναι στην πραγματικότητα ταυτόσημα: μέρα και νύχτα, δικαιοσύνη και αδικία, πάνω και κάτω, ίσιο και στραβό.

Η ταύτιση περιλαμβάνει για τον Ηράκλειτο, αρκετές διαφορετικές σχέσεις:

 α) αμοιβαία διαδοχή και αλλαγή, σε περιπτώσεις ποιοτήτων ή πραγμάτων που βρίσκονται σε αντίθετα άκρα του ίδιου συνεχούς π.χ. μέρα και νύχτα, καλοκαίρι και χειμώνας. «Τα ψυχρά ζεσταίνονται, το θερμό ψύχεται, το υγρό ξεραίνεται, το ξερό υγραίνεται.» Αυτή η αμοιβαία αλλαγή ήταν γι αυτόν απόδειξη ταυτότητας. «Γιατί αυτά όταν μεταβληθούν , είναι εκείνα, και αντίστροφα εκείνα, όταν μεταβληθούν, είναι αυτά.»

  β) Στη σφαίρα των αξιών, τα αντίθετα εκτιμώνται μόνο σε σχέση με τα αντίθετά τους. Κατά συνέπεια , παρόλο που οι άνθρωποι συνήθως αποκαλούν το ένα καλό και το άλλο κακό, κανένα δεν θα ήταν καλό χωρίς το άλλο. Έτσι, έχουμε το απόσπασμα 111: «Η αρρώστια κάνει την υγεία πράγμα ευχάριστο και αγαθό, η πείνα το χόρτασμα, η κούραση την ανάπαυση». Ο Kirk επεξηγεί: «Οι άνθρωποι αναγνωρίζουν έναν σωστό δρόμο μόνο εξαιτίας των παραδειγμάτων που έχουν για την ύπαρξη ενός λάθος δρόμου».

 γ) Υπάρχουν τα αντίθετα που είναι «ταυτόσημα», επειδή είναι μόνο διαφορετικές πλευρές του ίδιου πράγματος. Το πάνω και το κάτω είναι αντίθετα αλλά όχι πραγματικά, επειδή ο δρόμος που ανηφορίζει και αυτός που κατηφορίζει είναι ένας και ο αυτός. Το ίσιο και το στραβό είναι αντίθετα αλλά η γραμμή γραφής είναι μια και η αυτή και τα δύο ταυτόχρονα.

 δ) σχέση με το υποκείμενο που έχει την εμπειρία, π.χ. «Η θάλασσα είναι νερό καθαρότατο και βρωμερότατο: για τα ψάρια πόσιμο και σωτήριο, για τους ανθρώπους άποτο και ολέθριο».

 

 «Ο Πόλεμος (η σύγκρουση, η ένταση) είναι πατέρας των πάντων, και των πάντων βασιλιάς. Κι άλλους τους αναδείχνει θεούς κι άλλους ανθρώπους, άλλους τους κάνει δούλους κι άλλους ελεύθερους».

Ο πυρήνας της διαμάχης του Ηράκλειτου με άλλους στοχαστές, φαίνεται να βρίσκεται στην εναντίωσή του στα ιδεώδη τους για έναν ειρηνικό και αρμονικό κόσμο. Αυτό ήταν συγκεκριμένα το ιδεώδες του Πυθαγόρα, για τον οποίο μιλεί περισσότερες από μία φορές με ιδιαίτερη σκληρότητα. «Ηρεμία και ησυχία; αφήστε τες στους πεθαμένους, όπου ανήκουν.» Υγεία, ειρήνη, ηρεμία, λέει, δεν είναι καθαυτές καλύτερες από τα αντίθετά τους, και η καλοσύνη τους εμφανίζεται μονάχα όταν αντιπαρατεθούν σε αυτά τα αντίθετα. Από την συνεχή πάλη τους μπορεί να προκύψει μια προσωρινή αρμονία, αλλά εξίσου μια δυσαρμονία , σαν αρρώστια.

  Τα πάντα βρίσκονται σε συνεχή κίνηση και αλλαγή.

«Ακόμα και ο κυκεώνας», έλεγε «διαλύεται, όταν δεν κινείται». Ο κυκεώνας ένα πασίγνωστο ρόφημα στην Ελλάδα, από την εποχή του Ομήρου και μετά, γινόταν με ένα κύπελλο κρασί, μέσα στο οποίο ανακάτευαν κριθάρι και τριμμένο τυρί. Αυτά βέβαια δεν διαλύονταν, οπότε το μίγμα έπρεπε να ανακατεύεται μέχρι να το πιουν.

 Ένα από τα πιο φημισμένα του ρητά είναι :

  «Δεν μπορείς να μπεις δύο φορές στο ίδιο ποτάμι».

  Ο Πλούταρχος προσθέτει την ερμηνεία, η οποία θα μπορούσε να δοθεί από τον ίδιο τον Ηράκλειτο: «επειδή ρέουν καινούργια νερά». Ο Πλάτων λέει ότι αυτό σημαίνει ότι τα πάντα κινούνται και τίποτα δεν μένει ακίνητο.

   Απόσπασμα 30.

«Τον κόσμο αυτό, που είναι ο ίδιος για όλα τα όντα, δεν τον έπλασε κανένας θεός και κανένας άνθρωπος, αλλά ήταν πάντα, είναι και θα είναι αείζωη φωτιά, που ανάβει σύμφωνα με ορισμένο μέτρο και όμοια σβήνει.»

Ο Αριστοτέλης λέει ότι, για τον Ηράκλειτο, η αρχή δεν ήταν μόνο η φωτιά, αλλά και η ψυχή και ότι όρισε την ψυχή ως αναθυμίαση.

 Ο θάνατος, για τον Ηράκλειτο δεν είναι πλήρης αφανισμός, αλλά αλλαγή σε κάποιο άλλο στοιχείο. Όπως η φωτιά έτσι και η ψυχή ακολουθεί μια σειρά μεταμορφώσεων, που εκδηλώνονται στον ύπνο και στον θάνατο.

 Η φωτιά είναι αυτό που παραμένει σταθερό, σε όλες του τις μεταμορφώσεις και επομένως, εκείνο που «κυβερνά» ή «διέπει όλα τα πράγματα».

 Κάθε σταθερότητα μέσα στον κόσμο είναι απλώς φαινομενική, εφόσον, αν την παρατηρήσουμε με τον νου, όπως με τις αισθήσεις, αποδεικνύεται μονάχα συνισταμένη ατελείωτου αγώνα και έντασης.

 Γιατί όμως επιλέγει ο Ηράκλειτος τη φωτιά ως αρχή των πάντων;

1) Όπως λέει ο Αριστοτέλης στο έργο του Περί Ψυχής, η φωτιά είναι το πιο λεπτό στοιχείο, που πλησιάζει πολύ το άυλο, βρίσκεται ήδη σε κίνηση και μεταδίδει κίνηση σε άλλα πράγματα,

2) είναι το ίδιο με την ψυχή, το όχημα της ζωής, δηλαδή η αναθυμίαση από την οποία συντίθενται άλλα πράγματα.

Αντί για ψυχή μπορούμε να διαβάζουμε φωτιά.

  Το μυστηριακό απόσπασμα για την αθανασία της ψυχής , (απόσπ.45), δεν ξεκαθαρίζει τι ακριβώς πιστεύει ο Ηράκλειτος ότι συμβαίνει μετά τον θάνατο: «Τους ανθρώπους τους περιμένουν μετά τον θάνατό τους  όσα, ούτε ελπίζουν, ούτε φαντάζονται». Σίγουρα, ωστόσο, υπονοεί επιβίωση.

·         «Τα πτώματα των νεκρών, πιο πολύ και από τις κοπριές πρέπει να τα πετάξει κανείς μακριά» (αποσπ. 96).

 

Μοιραζόταν με τις λαϊκές αντιλήψεις της εποχή του, του 5ου αιώνα π.Χ. τις ακόλουθες ιδέες:

Το εξωτερικό τμήμα του σύμπαντος αποτελείται από φωτιά. Πρόκειται για το υλικό του ήλιου και των άστρων.

Τα ουράνια σώματα είναι ζωντανά και θεία. Επομένως και η φωτιά είναι το ίδιο, όταν είναι καθαρή.

Η θεότητα για τους Έλληνες ήταν συνώνυμη με την αιώνια ζωή. Γι΄αυτό η φωτιά, η υπόσταση της θεότητας, είναι η αρχή της αιώνιας ζωής.


   Οι αισθήσεις παραπλανούν αν δεν ερμηνευτούν από τον νου.

  Οι σκέψεις στο μυαλό του ήταν μπροστά από την εποχή και τη γλώσσα του.

Σύμφωνα με τη δική του εκτίμηση ήταν προφήτης, θεματοφύλακας του θείου νόμου, που οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να συλλάβουν. Και τους τον φανέρωσε με τον σκοτεινό του τρόπο μέσα από μεταφορές και συμβολισμούς.

 

·       Ο Πλάτωνας στον Κρατύλο:

«Λέει ο Ηράκλειτος ότι τα πάντα κινούνται και τίποτα δεν μένει ακίνητο και παρομοιάζοντας τα όντα με τη ροή του ποταμού λέει ότι δεν μπορείς να μπεις δύο φορές στο ίδιο ποτάμι».

Οι αποδείξεις ότι ο Ηράκλειτος είπε το παραπάνω, είναι ισχυρότερες από εκείνες για τη γνησιότητα οποιουδήποτε άλλου αποσπάσματός του, αν και αμφισβητήθηκε από πολλούς μελετητές.

 

·         Του αφιέρωσαν πολλά επιγράμματα, όπως τα εξής:

 

Είμαι ο Ηράκλειτος· τι με τραβολογάτε άξεστοι;

Δεν κόπιαζα για σας, αλλά γι’ αυτούς

                                                            που μ’ εννοούν.

Ένας άνθρωπος είναι για μένα τρεις μυριάδες,

                                                            και οι αμέτρητοι

κανένας. Αυτά θα τα πω και στην Περσεφόνη.

 

Και το παρακάτω:

 

Μη διαβάζεις γρήγορα το βιβλίο του Ηράκλειτου

του Εφέσιου –είναι πολύ δύσκολο μονοπάτι.

Είναι σα νύχτα και άφωτο σκοτάδι.

Αν όμως κάποιος μύστης σ’ οδηγήσει,

είναι πιο λαμπερό κι από τον φωτεινό ήλιο.