Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου 2023

ΑΠΟΜΕΙΝΑΝ ΜΟΝΟ ΟΙ ΚΑΥΤΕΣ ΤΟΥΣ ΣΤΑΧΤΕΣ

 


της  Όγια Μπαϊντάρ

 

Στην αρχή του μυθιστορήματος βρίσκουμε την κεντρική ηρωίδα, Ουλκιού Οζτούρκ, στο νεκροτομείο στο Παρίσι για να αναγνωρίσει έναν δολοφονημένο άντρα, υψηλόβαθμο Τούρκο κρατικό υπάλληλο, που στάλθηκε στην πόλη αυτή προκειμένου να δώσει μια δημόσια ομιλία για την προώθηση της ένταξης  της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προβάλλοντας « τον εκδημοκρατισμό της Τουρκίας». Η υγρή και βαριά ατμόσφαιρα φέρνει στη μνήμη της, μυρωδιές άλλου νεκροτομείου, στην Κωνσταντινούπολη -  γιατί « η μυρωδιά νεκροτομείων είναι ίδια σε όλα τα μέρη του κόσμου» - τότε που της ζητήθηκε να αναγνωρίσει τη σωρό του δολοφονημένου γιού της.

Με διάφορα πήγαινε – έλα στις δεκαετίες 1970, 80, 90  παρακολουθούμε τη δυναμική, αριστερών πεποιθήσεων, πανέξυπνη, αισθησιακή  νέα γυναίκα στην προσπάθειά της να μορφωθεί, να επιβιώσει, να ερωτευτεί,  να αγωνιστεί για μια πιο δίκαιη πατρίδα, να καταλάβει όλα αυτά που βλέπει να συμβαίνουν στο κοντινό της περιβάλλον, της χαοτικής Κωνσταντινούπολης και της ψυχρής Άγκυρας. Αλλά και μετά, όταν τα παρακολουθεί από μακριά, από το Παρίσι, τη Μόσχα ή κάποια άλλη Ευρωπαϊκή πόλη.

Επίσης, διηγείται τα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά γεγονότα που ακολουθούν τα διάφορα στρατιωτικά πραξικοπήματα και πώς τα αντιλαμβάνονται και τα αντιμετωπίζουν πολίτες διαφορετικών φυλών, τάξεων, μορφωτικών επιπέδων που ζουν στην ίδια χώρα.

Εμβαθύνει θαρραλέα στο ρόλο των διαφόρων οργανώσεων, (παρακρατικών αλλά και κρατικών - δήθεν «αντιτρομοκρατικών» -  καθώς επίσης και συνεργαζόμενων ή κατευθυνόμενων από τη CIA) και στην αντιμετώπιση της αντίδρασης των πολιτών από τα στρατιωτικά καθεστώτα,  που ταλανίζουν τη χώρα της τις τελευταίες δεκαετίες.

Τονίζει το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις αυτών των χρόνων έχουν συνεργαστεί ή δημιουργήσει «αντιτρομοκρατικές » ομάδες για να δικαιολογήσουν δολοφονίες ατόμων χωρίς δίκες, με ανεπαρκή, ψεύτικα ενοχοποιητικά στοιχεία.

«Μεγαλώσαμε κι αλλάξαμε», λέει και στους δύο άντρες της ζωής της όταν τους συναντάει μετά από χρόνια, η Ουλκιού.

Δύο άντρες τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους: ο ένας, ο πρώτος και αξεπέραστος έρωτας των 20 της χρόνων, πλούσιος μεγαλοαστός,, ανώτατος κρατικός λειτουργός που θέλησε να μπει μέσα στο σύστημα και να το εξυγιάνει με τις σωστές επιλογές, ο άλλος, που τον παντρεύτηκε, ο κομμουνιστής και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Τουρκικού Κομμουνιστικού Κόμματος, που ήθελε την εξουσία για να εφαρμόσει τις αξίες που πρέσβευε.

Πολλοί άλλοι ζωντανοί χαρακτήρες από όλο το φάσμα των πολιτικών αποχρώσεων πλαισιώνουν  τους κεντρικούς ήρωες.

Η απομυθοποίηση των δοξασιών και των δύο ερωτικών συντρόφων έρχεται προς το τέλος του βιβλίου, μαζί με μια απελπισμένη αίσθηση σχετικά με το αν άξιζαν όλα αυτά που έζησαν, όλη η πίστη, η βία, οι θάνατοι.

Παρόλα αυτά, στο αβέβαιο τέλος του μυθιστορήματος η συγγραφέας αφήνει ελπίδες για το μέλλον του ανθρώπου και της κοινωνίας. Και για τον ρομαντικό επαναστάτη  που έζησε το τέλος της σοσιαλιστικής Σοβιετικής Ένωσης και για τον μεγαλοαστό κρατικό λειτουργό, - αν και πληρώνει ακριβά και αυτός για τις «υπηρεσίες» που προσέφερε στο κράτος για τη διατήρηση της τάξης. Αυτό που δεν τους συγχωρεί η Ουλκιού Οζτούρκ, είναι η πίστη τους στο « ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», που ακολούθησαν στη ζωή τους, ανεξάρτητα από τις ανατροπές στην ώριμη ηλικία. Η κουρασμένη και βασανισμένη αυτή γυναίκα υποστηρίζει τελικά, ότι η ανθρώπινη ζωή είναι πάνω από όλα και δεν πρέπει να θυσιάζεται για κανένα λόγο, για κανένα σκοπό.

 

 Η συγγραφέας, απόφοιτος της σχολής Κοινωνικών Επιστημών Όγια Μπαϊντάρ, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1940. Μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1971 συλλαμβάνεται, βασανίζεται και μετά το δεύτερο στρατιωτικό πραξικόπημα το 1980, εγκαταλείπει τη χώρα της και ζει εξόριστη στην Ανατολική Γερμανία.

 

Στο βιβλίο της αυτό περιγράφει τους πολιτικούς αγώνες, τις αναζητήσεις, τη δίψα για ελευθερία και δικαιοσύνη, μιας ολόκληρης γενιάς στην Τουρκία του καιρού μας, που «αν και ηττήθηκε δεν έχει πεθάνει».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου