Συνολικές προβολές σελίδας

Δευτέρα 14 Αυγούστου 2023

«Το 13ο Σύνταγμα του Ε.Λ.Α.Σ» Η εθνική αντίσταση στο Κιλκίς του Κώστα Τσανικλίδη

 


Ο Κώστας Τσανικλίδης γεννήθηκε στον Πόντο το 1915. Τον πατέρα του δεν τον γνώρισε, γιατί πέθανε στα αμελέ ταμπουρού (τάγματα εργασίας), όταν ήταν 6 μηνών.

Ήρθε στην Ελλάδα με το ορφανοτροφείο της Αμερικανικής Περίθαλψης και αντάμωσε τη μητέρα του ένα χρόνο μετά στο χωριό Κάτω Θεοδωράκι του νομού Κιλκίς.

Μπήκε στη Φυσικομαθηματική Σχολή Αθήνας και το 1939 καλείται να υπηρετήσει στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Σύρου.

Υπηρέτησε στον Ε.Λ.Α.Σ με το βαθμό του καπετάνιου Λόχου Μηχανημάτων.

Μετά τη Βάρκιζα πιάνεται και καταδικάζεται σε 20 χρόνια. Αποφυλακίζεται στις 10/9/1960.

 

Το βιβλίο προκαλεί ανάμεικτα συναισθήματα όποια και αν είναι η οπτική μας γωνία: Υπερηφάνεια για όλους αυτούς που δε λογάριασαν τη ζωή τους προκειμένου να φύγουν οι κατακτητές αλλά επίσης και μεγάλη πικρία και πόνο για τις συγκρούσεις των Ελλήνων μεταξύ τους κατά τη διάρκεια της κατοχής, τις οποίες συνδαύλιζαν οι Γερμανοί αλλά και οι Άγγλοι αργότερα.

Ο  Τσανικλίδης περιγράφει με παραστατικό τρόπο τις μάχες στα βουνά Κρούσσια , Πάικο, Βέρμιο, τις ατέλειωτες πορείες του συντάγματος στην ευρύτερη περιοχή από πέρα από τον Αξιό ποταμό μέχρι την Ιερισσό της Χαλκιδικής και τα χωριά των Σερρών άλλοτε κυνηγώντας τους Γερμανούς και τους Βουλγάρους και άλλοτε οπισθοχωρώντας δεχόμενοι επίθεση από αυτούς. Στα σημεία όμως που περιγράφονται οι συμπλοκές με τους «παοτσίδες» όπως τους αποκαλεί (έτσι έχω ακούσει να αποκαλούνται οι ανήκοντες στην εθνικιστική ομάδα ΠΑΟ και από τη γιαγιά Αφροδίτη ) πιάνει κανείς τον εαυτό του να θυμώνει, όσο κι αν προσπαθεί να δει με λογική και όχι συναισθηματική ματιά τα πράγματα, γιατί οι ομάδες αυτές έρχονται με οπλισμό από τους κατακτητές και συχνά μαζί με γερμανικό στρατό εναντίον των ομοεθνών τους μαχητών του Ε.Λ.Α.Σ. κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής της χώρας πριν από τον εμφύλιο!

Περιγράφει την πείνα και τη δίψα που είχαν να αντιμετωπίσουν , τα χωριά που τους προμήθευαν με τρόφιμα από το υστέρημά τους αλλά και εκείνα που τα ανάγκαζαν να τους δώσουν λίγο ψωμί και τυρί με την απειλή των όπλων. «Καθάρισα μια πατάτα απ΄τα χώματα, έβαλα ένα σπυρί αλάτι στο στόμα μου, και έφαγα την πατάτα σαν μήλο. Ήταν από τα πιο νόστιμα φαγητά που έχω φάει. Τι θεριό είναι η πείνα».

Αλλού αναφέρεται σε έναν άλλο εχτρό, ανίκητο: «Στο Βέρμιο πήγαμε πρώτα στο λημέρι του καπετάν Ακρίτα. Είχαμε και μεις ψείρες αλλά εκείνο που είδα εκεί ήταν άλλο πράμα… οι ψείρες περπατούσαν πάνω στα χόρτα και ήταν τόσο πεινασμένες που μόλις καθίσαμε κάτω να ξεκουραστούμε όρμησαν κυριολεκτικά επάνω μας και ξυνόμασταν μέχρι να ματώσει το κορμί μας. Η ψείρα, όπως και στην Αλβανία, ήταν ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζαμε. Για να ανακουφιστούμε, μόλις ανάβαμε φωτιά, η πρώτη μας δουλειά ήταν να βγάλουμε τα ρούχα μας και να τα κρατάμε επάνω στη φωτιά, οπότε έπεφταν οι ψείρες μέσα στη φωτιά και έσκαγαν…συχνά κάναμε και καλαμπούρια, η δικιά μου έσκασε σαν ατομικός όλμος, η δική μου πιο θρεμμένη έσκασε σαν βλήμα πυροβολικού».

Αλλά το χειρότερο ήταν όταν έδιναν μάχες Έλληνες με Έλληνες. Οι παοτσίδες με πληθώρα όπλων και πυρομαχικών από τους κατακτητές,  πολύ συχνά ακούγονταν στα βουνά να φωνάζουν «Γκουτ ανταρτ» για να μην τους πειράξουν οι γερμανοί ή πήγαιναν στα απελευθερωμένα χωριά όταν οι ελασίτες δεν ήταν εκεί και σκότωναν, βίαζαν και βασάνιζαν αθώους κατοίκους. (Έχω ακούσει και γω ιστορίες από τη γιαγιά Αφροδίτη και τις κόρες της για αυτά που υπέστησαν από παοτσίδες όσο ο παππούς πολεμούσε τους κατακτητές! Δε θέλω να αναφερθώ εδώ.)

Ο Τσανικλίδης αρχίζει το βιβλίο του με πληροφορίες σχετικά με τον πληθυσμό του Νομού Κιλκίς, που αποτελούνταν από πόντιους πρόσφυγες στην πλειοψηφία  και τελειώνει με τον ύμνο του 13ου Συντάγματος του Ε.Λ.Α.Σ  και άλλα τραγούδια που τραγουδούσαν στα βουνά για να ξορκίσουν το φόβο τους και να διαλαλήσουν τα ιδανικά για τα οποία οι πιο πολλοί δεν δίστασαν να δώσουν και τη ζωή  τους. Και κλείνει με τα ονόματα αυτών που αγωνίστηκαν ανιδιοτελώς στα βουνά του Κιλκίς και στο 13ο Σύνταγμα. Ανάμεσά τους και το όνομα του παππού που δε γνώρισα αλλά αγάπησα και θαύμασα τις πράξεις του:

Ιγνατιάδης Στυλιανός του Γιώργου,

έπεσε στο ΔΣΕ.

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου